Η Ελλάδα δεν βγαίνει στην πραγματικότητα από τα μνημόνια

Του Leonid Bershidsky
Από μία άποψη, η συμφωνία για την ελάφρυνση χρέους την οποία έλαβε η Ελλάδα την ώρα που εξέρχεται του προγράμματος διάσωσής της, έχει νόημα: κρατά τη χώρα σε ασφυκτική εποπτεία, καθιστώντας πρακτικά αδύνατη την πιθανότητα η τελευταία να καταφύγει σε ράλι δανεισμού από τις χρηματαγορές, σπαταλώντας στη συνέχεια τα χρήματα που θα λάβει, όπως είχε κάνει στο παρελθόν.
Από την άλλη πλευρά, το συγκεκριμένο σχέδιο επιβάλλεται με μεγάλη δυσκολία και φέρνει σε άβολη θέση τους ελληνικούς πολιτικούς κύκλους: φέρνει σε τόσο δύσκολη θέση την επόμενη κυβέρνηση, που καθιστά την αντίδρασή της σχεδόν αναπόφευκτη.
Η συμφωνία την οποία "έχτισε" το Eurogroup, στο οποίο συμμετέχουν οι υπουργοί Οικονομικών των χωρών - μελών της Ευρωζώνης, επεκτείνει κατά 10 χρόνια τις ωριμάνσεις 130,9 δισ. ευρώ από δάνεια προηγούμενων προγραμμάτων διάσωσης, τα οποία αντιστοιχούν συνολικά στο 40% του συνόλου του ελληνικού δημόσιου χρέους. Η αποπληρωμή τους είναι ήδη "απλωμένη" σε περίοδο μεγαλύτερη των 30 χρόνων, ωστόσο η νέα συμφωνία αναβάλλει την πληρωμή τόκων κατά επιπλέον μία δεκαετία.
Εκτός αυτού, η Ελλάδα λαμβάνει 15 δισ. ευρώ σε φθηνό χρήμα (το μέσο επιτόκιο για τα δάνεια του τρίτου προγράμματος ήταν 1,62% στα τέλη Μαρτίου),  τα οποία μπορεί να χρησιμοποιήσει για να αποπληρώσει το χρέος της προς το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, περίπου 2,6 δισ. ευρώ τα οποία λήγουν έως το τέλος του 2019.
  • Πρόκειται για ένα από τα καλύτερα σενάρια, με βάση όσα αναμένονταν, δεδομένης της γενικά μη γενναιόδωρης στάσης της Γερμανίας αναφορικά με το ελληνικό χρέος και θα επιτρέψει στην Ελλάδα να βγει στις αγορές, μολονότι, όπως σημειώνει ο  Marcus Ashworth, δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι οι επενδυτές θα κάνουν "ουρά". 
  • Η αναβολή πληρωμής τόκων είναι συνδυασμένη με την απαίτηση για ένα μεγάλο πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% έως το 2022 και 2,2% έως το 2060, καθώς και με ένα πρόγραμμα σκληρών οικονομικών και διαρθρωτικών μέτρων, το οποίο θα ελέγχεται από τους δανειστές στο πλαίσιο αξιολογήσεων ανά τρίμηνο. 
  • Με άλλα λόγια, η έξοδος της χώρας από το πρόγραμμα διάσωσης κάθε άλλο παρά καθαρή είναι.
Επομένως είναι εύκολο για τους πολιτικούς αντιπάλους του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να ισχυριστούν ότι η Ελλάδα δεν πήρε πολλά από αυτή την συμφωνία και πως στην ουσία δεν πρόκειται περί εξόδου από το πρόγραμμα στήριξης. "Δεν είναι τίποτα το φοβερό”, σχολίασε ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κωστής Χατζηδάκης, αναφερόμενους στους όρους της εξόδου. Όπως είπε, είναι σαν να μπαίνει η Ελλάδα σε μία γυάλα έως το 2022 με αρκετά χρήματα για την αποπληρωμή του χρέους της, αλλά χωρίς πολλές δυνατότητες να δανειστεί από τις αγορές: το επιτόκιο που πρέπει να πληρώσει η Ελλάδα για τα ομόλογά της εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλό, κοντά στο 4,2% περίπου. 
Αυτό ταιριάζει με τις εκτιμήσεις μιας ομάδας Ευρωπαίων οικονομολόγων υπό τον Jeromin Zettelmeyer του Peterson Institute of International Economics. Όπως γράφουν: 
  • Στο καλύτερο δυνατό σενάριο, η Ελλάδα θα διατηρήσει υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα έως το 2022 ή το 2023, αλλά μία μακρύτερη περίοδος εξαιρετικής δημοσιονομικής λιτότητας, όπως την φαντάζεται το Eurogroup, είναι σχεδόν απίθανη. 
  • Έως τα τέλη της δεκαετίας του 2020, θα καταστεί σαφές ότι η δυναμική του ελληνικού χρέους θα είναι και πάλι μη βιώσιμη.  
  • Ωστόσο, σε αυτό το σημείο, το κόστος αποκατάστασης της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους θα είναι πολύ υψηλότερο απ’ ότι είναι σήμερα, εξαιτίας των νέων δαπανηρών δανείων από τον ιδιωτικό τομέα που θα έχουν συσσωρευτεί στο ενδιάμεσο. Αυτά τα χρέη θα χρειαστεί είτε να αναδιαρθρωθούν, είτε να αποπληρωθούν από τον ευρωπαϊκό επίσημο τομέα.
Η Νέα Δημοκρατία είναι πολύ πιθανό να αναλάβει την εξουσία στις επόμενες εκλογές, οι οποίες θα διενεργηθούν έως τον Οκτώβριο του 2019. Προηγείται στις δημοσκοπήσεις από το 2016 και σταδιακά διευρύνει το προβάδισμά της έναντι του ΣΥΡΙΖΑ. Ο Τσίπρας φαίνεται να έχει αποδεχθεί την ήττα του την επόμενη χρονιά και το βασικό του μέλημα είναι η υστεροφημία του: αυτό εξηγεί τις πρόσφατες προσπάθειές του να επιλύσει τη διαμάχη με την πΓΔΜ για την ονομασία της. Ο συμβιβασμός με τη γειτονική χώρα έχει οδηγήσει ορισμένους να θεωρούν ότι ο Τσίπρας θα πρέπει να προταθεί για το Νόμπελ Ειρήνης, καθώς η συμφωνία για το ονοματολογικό θα αφαιρέσει ένα σημαντικό εμπόδιο για την ένταξη της πΓΔΜ στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ωστόσο δεν βοηθάει τον Τσίπρα εγχώρια, καθώς η πλειονότητα των Ελλήνων αντιτίθεται στην εν λόγω συμφωνία.

Εάν η κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία κερδίσει τις εκλογές του επόμενου έτους και καταφέρει να στερεωθεί στην εξουσία, άμεση οικονομική πρόοδος είναι απαραίτητη εάν θέλει να διατηρήσει κάποιο επίπεδο εμπιστοσύνης της κοινωνίας. Μετά από όλες τις δυσκολίες τις οποίες υπέστη η Ελλάδα, η ανάπτυξη περίπου 2% κατ΄ έτος την οποία προβλέπουν οι αναλυτές για τη χώρα το 2018, 2019 και 2020 είναι εντελώς ανεπαρκής. Αλλά πώς μπορεί κανείς να ενισχύσει την ανάπτυξη όταν είναι υποχρεωμένος να διατηρεί μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα και δανείζεται από τις αγορές με επιτόκια τα οποία θα κάνουν το ελληνικό χρέος να μοιάζει και πάλι μη βιώσιμο προς το τέλος του επόμενου εκλογικού κύκλου το 2023;
Κατά ειρωνεία της τύχης, η Νέα Δημοκρατία, η οποία έχασε την εξουσία το 2015 επειδή ο Τσίπρας υποσχέθηκε τέλος στη λιτότητα και διαγραφή χρέους, βρίσκεται σήμερα στη θέση του ΣΥΡΙΖΑ, επικρίνοντας την ανικανότητα του Τσίπρα να μειώσει την ονομαστική αξία του χρέους και δώσει πραγματική ώθηση στην ανάπτυξη.
Εάν προσπαθήσει να κινηθεί αυξάνοντας το ιδιωτικό χρέος, προκειμένου να δώσει ώθηση στις επενδύσεις, μπορεί να "ραπιστεί" από τους δανειστές ή να δημιουργήσει μια νέα κρίση χρέους για την μεθεπόμενη τετραετή κοινοβουλευτική περίοδο.
  • Τα από κάθε άποψη "βαριά" προγράμματα διάσωσης μπορεί να βοήθησαν την Ελλάδα να μην καταρρεύσει και να παραμείνει στην Ευρωζώνη, ωστόσο, όπως ισχυρίζονταν και οι επικριτές τους, κατέστησαν τη δημοκρατία στην Ελλάδα κατά κάποιο τρόπο "περιττή"
  • Επισήμως εκτός προγράμματος διάσωσης, η Ελλάδα δεν μπορεί στην πραγματικότητα να ασκήσει την δική της πολιτική. Μπορεί να καταδικαστεί σε έναν νέο κύκλο ψήφου διαμαρτυρίας, αδύναμων κυβερνήσεων και, σε περίπτωση που οι κυβερνήσεις αυτές δεν κινηθούν με σωφροσύνη, σε νέες κρίσεις χρέους.
Το να σπάσει κανείς αυτόν τον φαύλο κύκλο θα ήταν ένας σκοπός ο οποίος θα δικαιολογούσε κάποιου είδους ηθικό κίνδυνο. Απλώς είναι δύσκολο κανείς να πιστέψει ότι οι δανειστές θα εμπιστευτούν ξανά την Ελλάδα σε τέτοιο βαθμό ώστε να χαλαρώσουν τα "λουριά". 

Σχόλια