Οι βαθύτερες επιπτώσεις του αντιλαϊκισμού. Μια απάντηση στον Ευ. Βενιζέλο

Στο Βήμα της Κυριακής ο Ευάγγελος Βενιζέλος δημοσίευσε άρθρο του με τίτλο «Οι βαθύτερες επιπτώσεις της υποχώρησης στο μέτωπο κατά του εθνικο-λαϊκισμού». Επειδή ο Βενιζέλος είναι, χωρίς αμφιβολία, ο μόνος στην κεντροαριστερά που έχει στρατηγικές πολιτικές θέσεις- και είναι ουσιαστικά ο επικεφαλής της-οι απόψεις του αξίζουν ιδιαίτερης προσοχής.
Ο Βενιζέλος σημειώνει πως ο λαϊκισμός είναι η παθογένεια της δημοκρατίας, ότι δεν μπορεί να υποκατασταθούν οι θεσμοί και τα κόμματα από λαϊκές συγκεντρώσεις και τέλος, πως Τσίπρας και Μητσοτάκης παίζουν επικίνδυνα πολιτικά παιχνίδια, χρησιμοποιώντας τον εθνικο-λαϊκισμό. Ωστόσο,
1. Ο λαϊκισμός είναι το σύμπτωμα της αμφισβήτησης του κοινοβουλευτισμού, δεν είναι η αιτία της. Είναι ένα πολιτικό σύμπτωμα του ελλείμματος νομιμοποίησης της πολιτικής τάξης, που απορρέει από την εξουδετέρωση της ίδιας της νομοθετικής εξουσίας. Το κοινοβούλιο- κυρίως το ελληνικό- λειτουργεί με μια επίφαση ομοφωνίας ή πλειοψηφίας. Ειδικά στην δική μας περίπτωση, τα τελευταία 7 χρόνια έχει καταργηθεί και τυπικά η νομοθετική λειτουργία της Βουλής, εφόσον τα βασικά νομοσχέδια συντάσσονται στο εξωτερικό και απλώς κυρώνονται στη Βουλή σχεδόν διά της βίας. Δεν αμφισβητεί λοιπόν ο «εθνικο-λαϊκισμός» τη Δημοκρατία. Η πολιτική τάξη έχει συνολικά αυτοκαταλυθεί, εξαιτίας της παράδοσής της στο βασίλειο της αγοράς και στην κεντρική γραφειοκρατική διοίκηση της ΕΕ, που λειτουργεί υπό γερμανικό έλεγχο. Έχει χάσει δηλαδή τη λαϊκή της νομιμοποίηση, εφόσον δεν είναι σε θέση να νομοθετήσει και επομένως εύκολα μπορεί να αμφισβητηθεί ακόμη και από μια απλή συγκέντρωση πολιτών. Πόσο μάλλον από μια συγκέντρωση εκατοντάδων χιλιάδων. Η έλλειψη νομιμοποίησης είναι γενικευμένη και φυσικά δεν οφείλεται στον «εθνικο-λαϊκισμό», αλλά στην παράκαμψη της λαϊκής εντολής και κάθε αντιπροσωπευτικής λογικής, στην εξουδετέρωση της ίδιας της νομοθετικής εξουσίας και του πολιτικού προσωπικού.
2. Ο Ε. Βενιζέλος ισχυρίζεται πως τα κόμματα φοβούνται το πολιτικό κόστος και την κοινή γνώμη και επομένως πολιτεύονται με βάση την αποφυγή του. Προφανώς. Στις δημοκρατίες τα κόμματα πολιτεύονται φροντίζοντας να εκφράζουν τη λαϊκή βούληση, την οποία και αντιπροσωπεύουν. Δεν πολιτεύονται εν κενώ, ούτε είναι ανεξέλεγκτα. Προϋπόθεση της ύπαρξής τους είναι η αποφυγή του πολιτικού κόστους, δηλαδή η επιδίωξή τους να ικανοποιούν το λαό και την κοινή γνώμη. Διακυβέρνηση η οποία να αγνοεί το πολιτικό κόστος και την κοινή γνώμη δεν υπάρχει στις δημοκρατίες. Μόνον αυταρχικά εξωκοινοβουλευτικά καθεστώτα, δηλαδή οι δικτατορίες, είναι σε θέση, διά της βίας που ασκούν, να αγνοούν το πολιτικό κόστος.
3. Ο Ε. Βενιζέλος διακρίνει τον εθνικισμό από τον πατριωτισμό, αποδίδοντας στον τελευταίο τη γνώση της αλήθειας για το εθνικό συμφέρον. Ποιος κατέχει όμως την αλήθεια; Το πολιτικό προσωπικό; Ο λαός; Εγώ ο ίδιος; Ποιος; Η αλήθεια δεν είναι πολιτική έννοια, αλλά φιλοσοφική και θεολογική. Η πολιτική δεν ασχολείται με την αλήθεια, η οποία δεν είναι προϊόν συμφωνίας και είναι προσανατολισμένη στην πράξη, ενόψει ενός σκοπού. Η πολιτική θεμελιώνεται στις περιστάσεις, όχι στην αλήθεια. Αυτός είναι εξάλλου και ο λόγος που η ίδια πολιτική θέση μπορεί άλλοτε να παράγει αποτελέσματα θετικά και άλλοτε όχι, ανάλογα με τη συγκυρία. Το να επικαλείσαι την γνώση της αλήθειας είναι ίδιον όχι των πολιτικών αλλά των θεολόγων, των φιλοσόφων και των ιερέων.
  • 4. Η γενικευμένη επίθεση εναντίον του “λαϊκισμού”, που σήμερα είναι η τρέχουσα πολιτική μόδα σε όλη την Ευρώπη, συνιστά την κατασκευή ενός πολιτικού φαντάσματος, εξαιτίας της πλήρους σχεδόν απομάκρυνσης των πολιτικών ελίτ από τις πραγματικές ανάγκες των λαών τους. Το να φορτίζεις αρνητικά την έννοια “λαός” και να αποδίδεις κάθε εκδήλωση λαϊκού αισθήματος με τον όρο “λαϊκισμός”, το να αντικαθιστάς εν τέλει τον όρο δημαγωγία με τον όρο λαϊκισμός, δείχνει πρόθεση αμφισβήτησης του λαϊκού ελέγχου, δείχνει δηλαδή την επιθυμία του πολιτικού προσωπικού να αποφασίζει ερήμην του λαού, ενάντια στις πεποιθήσεις του και εν τέλει ενάντια στις εθνικές του παραδόσεις και τις μνήμες του. Η επίθεση εναντίον του λαϊκισμού γίνεται έτσι επίθεση εναντίον του θεμελίου του συνταγματικού κράτους, που είναι η λαϊκή κυριαρχία.
5. Ο Ε. Βενιζέλος κλείνει το άρθρο του με την παρατήρηση πως οι διαδηλώσεις υποκαθιστούν τους θεσμούς, τη Βουλή και την κυβέρνηση, οι οποίες είναι υπεύθυνες για την εξωτερική πολιτική. Αλλά, πρώτον, η εξωτερική πολιτική ασκείται στο όνομα του λαού. Και, δεύτερον, η πιθανή συμφωνία με τα Σκόπια είναι πράξη διακυβέρνησης και αφορά πρωτίστως την κυβέρνηση και όχι την Βουλή. Η Βουλή ψηφίζει νόμους, δεν ασκεί πράξεις διακυβέρνησης, όπως είναι οι διακρατικές συμφωνίες. Αυτή τη στιγμή όμως δεν έχουμε κυβερνητική θέση για το Σκοπιανό, εφόσον διαφωνούν οι ΑΝΕΛ. Επομένως, δεν μπορεί να ασκηθεί η συγκεκριμένη πράξη διακυβέρνησης, η οποία αφορά την άσκηση εξωτερικής πολιτικής απέναντι στα Σκόπια. Κατά συνέπεια, ο πρωθυπουργός ενεργεί αυτή τη στιγμή χωρίς να έχει την έγκριση της κυβέρνησής του! Αυτό είναι το μείζον πρόβλημα και όχι τα λαϊκά συλλαλητήρια, δηλαδή η σύγχυση των εξουσιών του κοινοβουλευτικού πολιτεύματος.
6. Δίχως τη σύμφωνη γνώμη των ΑΝΕΛ η κυβέρνηση δεν νομιμοποιείται να συμφωνήσει το ο,τιδήποτε με τα Σκόπια. Διότι, δίχως τους ΑΝΕΛ, η κυβέρνηση δεν μπορεί να προχωρήσει σε πράξη διακυβέρνησης εξωτερικής πολιτικής, μείζονος εθνικής σημασίας και οφείλει να καταφύγει σε δημοψήφισμα ή σε εκλογές. Ο Ε. Βενιζέλος και το Κίνημα Αλλαγής θα έπρεπε κανονικά να επιμείνουν στο σημείο αυτό, αντί να ετοιμάζονται να υπογράψουν, μαζί με τον Συριζα, μια σοβαρή εθνική υποχώρηση, χωρίς μάλιστα κανένα προφανές όφελος για τη χώρα.
7. Εάν το πράξουν θα έχουν μετατραπεί σε κυβερνητικό εταίρο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την εκλογική τύχη του Κινήματος Αλλαγής. Θα πρέπει δηλαδή να γνωρίζουν πως, ερχόμενοι σε σύγκρουση με τη λαϊκή απαίτηση, θα εισπράξουν βαρύ πολιτικό κόστος στις επερχόμενες εκλογές, το οποίον όμως, όπως το δηλώνει ευθαρσώς ο Ε. Βενιζέλος, δεν φαίνεται να τους απασχολεί καθόλου.
ΠΗΓΗ

Σχόλια