Τα τρία ψεύδη που άφησε κληρονομιά ο χερ Σόιμπλε

του Κώστα Μελά –

Μπορεί ο Σόιμπλε να εγκατάλειψε το υπουργείο Οικονομικών για να μετακομίσει στην προεδρία του γερμανικού Κοινοβουλίου, αλλά το πνεύμα του συνεχίζει να επικαθορίζει σε μεγάλο βαθμό τον τρόπο που όχι μόνο οι Χριστιανοδημοκράτες, αλλά και συνολικά το Βερολίνο προσεγγίζει το ελληνικό πρόβλημα. Αξίζει να εστιάσουμε σε τρία ψεύδη που ο άλλοτε άρχοντας του Eurogroup μετέτρεψε στο μυαλό πολλών-πολλών Γερμανών, αλλά και άλλων Ευρωπαίων σε αναμφισβήτητες «αλήθειες». ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Ψεύδος Νο 1
«Η Ελλάδα δεν θα έχει κανένα πρόβλημα με την εξυπηρέτηση του χρέους της τα επόμενα δέκα χρόνια» δήλωσε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών στο 26ο Ευρωπαϊκό Τραπεζικό Συνέδριο της Φρανκφούρτης.
Ουδέν ψευδέστερον. Οι ανάγκες εξυπηρέτησης και αναχρηματοδότησης του χρέους το 2019 –πρώτος χρόνος μετά τη λήξη του 3ου μνημονίου– είναι περίπου 20 δισ. ευρώ (10,5 δισ. ευρώ ομόλογα, 3,5 δισ. ευρώ δάνεια, 6 δισ. ευρώ τόκοι).
Ακόμη και εάν επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% θα καλύψει μόνο την πληρωμή τόκων. Για να ανταποκριθεί η κυβέρνηση στις συνολικές δανειακές ανάγκες της πρέπει να είναι σε θέση να αντλήσει 12-14 δισ. ευρώ με χαμηλό επιτόκιο, στο ίδιο περίπου επίπεδο με το επιτόκιο των ομολόγων που χρειάζεται να αντικατασταθούν, δηλαδή περίπου 4,5%.
Οι ίδιες ανάγκες θα υπάρχουν και τα επόμενα έτη μέχρι το 2048. Ας μείνουμε, όμως, στη δεκαετία που αναφέρει ο Σόιμπλε. Από το 2022, που λήγει η περίοδος χάριτος για τη μη καταβολή τόκων σε σειρά δανείων, ούτε το πρωτογενές πλεόνασμα του 3,5% είναι αρκετό για την αποπληρωμή τους. Σύμφωνα με έγκυρους υπολογισμούς οι πληρωμές τόκων αυξάνονται σημαντικότατα την περίοδο 2021-2026 (Πίνακας 1).
Πίνακας 1.
Έτος Χρεολύσια Τόκοι
2021 7,169 10,956
2022 8,873 24,489
2023 11,186 17,551
2024 10,864 13,641
2025 8,795 9,030
2026 8,569 8,642

Ψεύδος Νο 2

Ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών θεωρεί επίσης ότι οι Έλληνες «ζουν πάνω από τις δυνατότητές τους. Έχουν σε σχέση με το ΑΕΠ τους σημαντικά υψηλότερες κοινωνικές παροχές και συντάξεις από ό,τι για παράδειγμα οι Γερμανοί πολίτες».
Η πρώτη εύκολη απάντηση δίνεται από τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat. Σε συνθήκες φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού ζει το 35,7% των κατοίκων στην Ελλάδα (3,8 εκατομμύρια άτομα). Στο σύνολο της ΕΕ το αντίστοιχο κατά μέσο όρο είναι 23,7%, σύμφωνα με τα στοιχεία για το 2015 που έδωσε αυτές τις ημέρες στη δημοσιότητα η Eurostat.
Κατά τα κριτήρια της Eurostat, ένας άνθρωπος βρίσκεται σε κατάσταση φτώχειας ή κοινωνικού αποκλεισμού όταν αντιμετωπίζει μία ή περισσότερες από τις παρακάτω προβληματικές καταστάσεις:
  • είτε θεωρείται φτωχός (δηλαδή έχει εισοδήματα μικρότερα του 60% του μέσου εθνικού εισοδήματος)
  • είτε ζει σε κατάσταση ένδειας (δηλαδή στερείται βασικά καταναλωτικά αγαθά ή αδυνατεί να ανταπεξέλθει σε στοιχειώδεις οικονομικές υποχρεώσεις)
  • είτε ζει σε οικογένεια αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της ανεργίας (δηλαδή σε οικογένεια που κανένα μέλος της δεν έχει «κανονική δουλειά»).
Ως προς την Ελλάδα, σε συνθήκες φτώχειας βρίσκεται το 21,4% του πληθυσμού, σε συνθήκες ένδειας το 22,2%, ενώ ζει σε οικογένεια αντιμέτωπη με τον κίνδυνο της ανεργίας το 16,8% του πληθυσμού. Τα αντίστοιχα μέσα ποσοστά στην ΕΕ είναι 17,3%, 8,1% και 10,5%.

Ψεύδος Νο 3

«Αυτό το οποίο δεν γίνεται είναι ότι η Ελλάδα δεν εφαρμόζει τις μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, στα εργασιακά και τους κανόνες οι οποίοι διέπουν την αγορά της, όλες όσες (μεταρρυθμίσεις) δηλαδή συμβάλουν στην ανάπτυξη (της ελληνικής οικονομίας) και για τις οποίες έχει δεσμευτεί για ίδιο το συμφέρον της» είπε ο Σόιμπλε.
Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα παγκοσμίως, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, στις μεταρρυθμίσεις. Άλλωστε, για να δίνονται τα δάνεια από τους δανειστές βασική προϋπόθεση είναι η εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Το πρόβλημα εδώ είναι διπλό: αρκετές μεταρρυθμίσεις είναι εντελώς σε λανθασμένη κατεύθυνση, δεδομένου ότι δεν συμβάλλουν καθόλου στην μεγέθυνση της οικονομίας. Παράλληλα, δεν είναι δυνατόν να αποδώσουν από μόνες τους και όποιες μεταρρυθμίσεις βρίσκονται σε σωστή κατεύθυνση, χωρίς τις απαιτούμενες υποβοηθητικές πολιτικές ανάπτυξης από τη μεριά της ζήτησης.
Η ακολουθούμενη οικονομική πολιτική βίαιης συρρίκνωσης του ΑΕΠ διογκώνει τις κοινωνικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρότι αυτές έχουν μειωθεί συντριπτικά σε απόλυτα νούμερα. Υπενθυμίζουμε ότι το 1ο Μνημόνιο υπολόγιζε ύφεση (συρρίκνωση του ΑΕΠ) περίπου 7% για δύο χρόνια. Έχουμε υπερβεί το 25%!
  • Συντάξεις, προνοιακά επιδόματα, επιχορηγήσεις διαφόρων φορέων έχουν υποστεί συρρίκνωση που αγγίζει και το 50%, με αποτέλεσμα τα στοιχεία που αναφέρονται παραπάνω. 
  • Αν συνεχιστεί η παραπάνω οικονομική πολιτική η συρρίκνωση θα συνεχιστεί με αποτέλεσμα το επίπεδο ευημερίας των Ελλήνων να κατρακυλήσει στα βαλκανικά επίπεδα.

Σχόλια