Πολιτική ηθική και κοινωνικές συγκρούσεις

του Κώστα Μελά –

Αναλύοντας τις αφετηρίες και τις διαδρομές του πολιτικού πολιτισμού έχουμε πολιτική ηθική, όχι ηθική γενικώς και αορίστως. Κύριο γνώρισμα του πολιτικού πολιτισμού είναι η συγκρότηση σε πολιτικές ομάδες και ο προσδιορισμός συλλογικών σκοπών, εκ των οποίων ο υπέρτατος είναι η συλλογική επιβίωση. Επίσης, γνώρισμα είναι η θέσπιση των διανεμητικών λειτουργιών της ισχύος, στο πλαίσιο της πολιτικής οργάνωσης, και η πολιτειακή νομιμοποίηση της εξουσίας και των κοινωνικών ιεραρχιών με ηθικά κριτήρια κοινωνικοπολιτικά σμιλευμένα. ΣΥΝΕΧΕΙΑ ΕΔΩ

Κάποιοι θα έλεγαν ότι η πολιτική νομιμοποίηση συναρτάται και με θεμελιώδεις κοσμοθεωρητικές παραδοχές, οι οποίες προσφέρουν σε μια κοινωνία μονιμότερο πνευματικό και στρατηγικό προσανατολισμό. Η πολιτική ηθική και η πολιτική νομιμοποίηση είναι οργανικά συνδεδεμένες έννοιες.
Ως εκ τούτου, στον πολιτικό στοχασμό πρέπει να κάνουμε μία διάκριση. Η περιγραφή και ερμηνεία των πολιτικά οργανωμένων κοινωνικών οντοτήτων, όπως επίσης και των συλλογικών ηθικών προτύπων, που νομιμοποιούν τις κανονιστικές δομές του συλλογικού πολιτικού βίου μιας εκάστης οντότητας, είναι ένα πράγμα. Άλλο πράγμα είναι η εκλογίκευση της ατομικής ηθικής του αναλυτή ή κάποιας ιδεολογίας.
Με διαφορετικά λόγια, είναι ένα πράγμα η πολιτικά προσδιορισμένη πολιτική ηθική και άλλο πράγμα η γνωσιολογικά-ιδεολογικά προσδιορισμένη «ηθική». Η πρώτη συναρτάται με τα κοινωνικοοντολογικά γεγονότα. Η δεύτερη είναι –σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό– πολιτική θεολογία.

Η παρεμβολή της φρόνησης

Ακόμη και η μεταφυσικά προσδιορισμένη ηθική των θρησκευτικών δογμάτων επηρεάζεται από την εμπλοκή του Πολιτικού γεγονότος. Με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στη μια ή στην άλλη βαθμίδα, η πολιτική ηθική διαμορφώνεται και ολοκληρώνεται μέσα στην πολιτική δίνη. Κανένας αφηρημένος κανόνας, καμία καθολική προσταγή με συγκεκριμένο περιεχόμενο δεν μπορεί να μας απαλλάξει από το βάρος και από την ευθύνη της δράσης μας.
Η δράση τοποθετείται πάντοτε αναγκαστικά στο επιμέρους και όχι στο καθολικό. Συνεπώς, απαιτείται η άσκηση της φρόνησης. Η φρόνηση είναι η δυνατότητα να κρίνουμε. Όμως, όλα τα συστήματα θρησκευτικών ηθικών κανόνων και σχεδόν όλα τα φιλοσοφικά ηθικά συστήματα, παραβιάζουν αυτή την απαίτηση. Παραγνωρίζουν ότι όλοι οι κανόνες ηθικής εφαρμόζονται υπό ειδικές συνθήκες.
Επομένως υπάγονται στη φρόνηση που μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην παραβίασή τους. Παρέχουν καταλόγους ιδιαίτερων αρετών και απαριθμούν επιταγές που όχι μόνο δεν μπορούν να εφαρμοστούν πάντοτε, αλλά αντιθέτως προκαλούν το κοινό αίσθημα της σημερινής κοινωνίας.
Οποιοσδήποτε διαβάζει τη Βίβλο, ίσως προβληματιστεί από ορισμένα ηθικά διδάγματα της. Ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης μεροληπτεί υπέρ κάποιων ανθρώπων και πάνω απ’ όλα ζηλεύει τη δική του υπεροχή, κάτι που αποτελεί αλλόκοτη ηθική ιδεοληψία. Φαίνεται ότι δεν έχει κανένα πρόβλημα αν κάποια κοινωνία χρησιμοποιεί δούλους. Πιστεύει ότι η αντισύλληψη αποτελεί αδίκημα που επιφέρει την εσχάτη των ποινών (Γένεσις, κεφ. ΛΗ’, εδάφιο 9-10). Επιθυμεί την κακοποίηση ανηλίκων (Παροιμίαι Σολομώντος, κεφ. ΚΒ’, εδ. 15- κεφ. ΚΓ’, εδ. 13-14- κεφ. ΚΘ’, ΕΔ. 15). Τέλος, εγκρίνει την κακοποίηση των βρεφών και των χαμηλής ευφυΐας ανθρώπων (Παροιμίαι Σολομώντος, κεφ. ΚΣΤ’, εδ. 3).

Οι θρησκευτικοί ηθικοί κανόνες

Τα συστήματα θρησκευτικών ηθικών κανόνων κυρίως –και αυτό είναι το ουσιαστικό σημείο– παραγνωρίζουν ή συγκαλύπτουν την τραγική διάσταση της ανθρώπινης ύπαρξης και δράσης. Αυτή μας βάζει τόσο συχνά σε καταστάσεις που δεν λύνονται χωρίς κόστος.
Οι παραδοσιακές ηθικές, (φιλοσοφικές ή θρησκευτικές) είναι ευτυχείς ηθικές. Ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν που βρίσκεται το Καλό και το Κακό. Το μοναδικό πρόβλημα που παραμένει είναι το πρόβλημα του εσωτερικού ανθρώπου. Γνωρίζουμε, ή οφείλουμε πάντοτε να γνωρίζουμε, που βρίσκεται το Καλό ή το Κακό. Όμως, το συντριπτικό γεγονός της ανθρώπινης ζωής είναι ότι το Καλό ή το Κακό, μέσα σε δεδομένες συνθήκες, είναι συχνά σκοτεινό. Ενίοτε, το Καλό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με θυσία κάποιων άλλων καλών.
Είναι γνωστή η κεντρική αρχή του Καντ: «πράξε κατά τρόπο, ώστε το ηθικό αξίωμα της πράξης σου να μπορεί να γίνει καθολικός νόμος». Η αρχή μας αφήνει αβοήθητους στις πιο δύσκολες και άρα στις πιο σημαντικές περιπτώσεις. Μια από τις όψεις της είναι αναντίρρητη. Όχι η καθολικότητα, αλλά η απαίτηση μιας δυνατής καθολικότητας.
Δηλαδή, το γεγονός ότι οφείλω να δράσω κατά τρόπον ώστε να λογοδοτήσω γι’ αυτό που έκανα. Να μπορέσω να υποστηρίξω απέναντι σ’ όλους με λογικά επιχειρήματα την πράξη μου erga omnes. Δεν μπορούμε, όμως, να μιλήσουμε εδώ για καθολικό νόμο. Δεδομένου ότι κάθε πράξη είναι ιδιαίτερη, η καθολικότητα εδώ θα σήμαινε απλώς ότι οποιοδήποτε άλλο άτομο, κάτω από τις ίδιες περιστάσεις, θα όφειλε να δράσει κατά τον ίδιο τρόπο.

Σχόλια