Τοπικοποίηση: Το αντίδοτο στην παγκοσμιοποίηση;

Γράφει ο Colin Heines
Ο όρος «Τοπικοποίηση» είναι ένα παιγνίδι διαλεκτικής με τον όρο παγκοσμιοποίηση και έτσι θα πρέπει να γίνει κατανοητός. Προέκυψε από την κριτική στο δυτικό καπιταλιστικό μοντέλο ανάπτυξης, που επιδιώκει να παγκοσμιοποιηθεί, οδηγώντας τον κόσμο προς την ισοπέδωση, την άλογη μονομερή ανάπτυξη και
πιθανά στη καταστροφή. Μετά 30 χρόνια Παγκοσμιοποίησης, όσο και να επιδιώκει το καπιταλιστικό σύστημα να μεγαλώσει την «πίτα», αυτό δεν μπορεί να γίνει ερήμην του πλανήτη που διαθέτει περιορισμένους πόρους και θέτει όρια. Έτσι αντί να τη μεγαλώνει, «φουσκώνει» την πίτα, με αποτέλεσμα οι «φούσκες» να σπάνε κάποια στιγμή και να έχουμε οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις. Η Τοπικοποίηση λοιπόν είναι μια στρατηγική με την οποία θα απαντήσουμε στην "υπαρκτή" παγκοσμιοποίηση και στις οικονομικές και οικολογικές κρίσεις που γέννησε και γεννά.

Η παγκοσμιοποίηση και το ελεύθερο εμπόριο βρίσκεται στο επίκεντρο μιας πρωτοφανούς επίθεσης, μιας και οι αρνητικές τους συνέπειες γίνονται με το πέρασμα του χρόνου πιο ξεκάθαρες. Τώρα έχει έλθει πλέον η στιγμή για μια νέα περιεκτική και ριζική εναλλακτική πρόταση, η οποία θα βασίζεται σε νέες αρχές που θα διέπουν το παγκόσμιο σύστημα. Αυτό το πρόταγμα θα πρέπει να αποζητά την μείωση των ανισοτήτων, την πληρέστερη ικανοποίηση των βασικών ανθρώπινων αναγκών και την πιο αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος. Ο τελικός του σκοπός θα πρέπει να είναι η διασφάλιση της δημοκρατίας μέσα από την κινητοποίηση των ανθρώπων προς την κατεύθυνση της ανασύστασης των τοπικών οικονομιών. Πρόκειται για μια προσέγγιση που υιοθετεί την προστασία της τοπικότητας, σε παγκόσμιο επίπεδο.

Αυτή η διαδικασία ονομάζεται τοπικοποίηση και ουσιαστικά αποτελεί ένα σύνολο διασυνδεδεμένων πολιτικών που ενισχύουν προνομιακά το τοπικό επίπεδο. Η τοπικοποίηση παρέχει ένα οικονομικό και πολιτικό πλαίσιο όπου οι άνθρωποι, οι κοινοτικές συλλογικότητες και οι επιχειρήσεις μπορούν να επαναπροσδιορίσουν και να ελέγξουν την τοπική τους οικονομία. Επίσης, δίνει τη δυνατότητα για την επίτευξη μεγαλύτερης συνοχής στις ανθρώπινες κοινότητες, την υποχώρηση της φτώχειας και των ανισοτήτων, αναβαθμίζει την ποιότητα ζωής, την κοινωνική πρόνοια και την περιβαλλοντική προστασία, αλλά ταυτόχρονα εξασφαλίζει το πολύ σημαντικό για τους ανθρώπους, αίσθημα της ασφάλειας.

Η τοπικοποίηση αποτελεί την ουσιαστική αντίθεση στην παγκοσμιοποίηση, η οποία επικεντρώνεται στην άρση όλων των ελέγχων πάνω στο εμπόριο και παραμορφώνει τις οικονομίες σε παγκόσμιο επίπεδο θέτοντας ως πρωταρχικό τους στόχο τον διεθνή ανταγωνισμό. Η τοπικοποίηση, αντίθετα, προϋποθέτει έναν διαφορετικό δι-εθνισμό της αλληλεγγύης, όπου η κυκλοφορία των ιδεών, των πολιτισμών, της τεχνολογίας και -λιγότερο- των κεφαλαίων λειτουργεί προς την ενίσχυση των τοπικών οικονομιών σε παγκόσμιο επίπεδο. Η έμφαση που δίνεται στο πλαίσιο της τοπικοποίησης δεν αφορά στον ανταγωνισμό για την παραγωγή των φθηνότερων αγαθών, αλλά τη συνεργασία με στόχο το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Παγκοσμιοποίηση - Μια παγκόσμια πραγματικότητα βασισμένη σε χιμαιρικές θεωρίες

Η απελευθέρωση του εμπορίου θεμελιώνεται πάνω στην ατελή θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος, στο ακαταμάχητο δόγμα της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και στην κίβδηλη υπόσχεση της ανάπτυξης, ότι θα παράγει μελλοντικά πλούτο για όλους. Το συγκριτικό πλεονέκτημα -που συνοψίζεται στην εντολή «να παράγεις αυτό που μπορείς καλύτερα και να εμπορεύεσαι τα υπόλοιπα»- είναι μια θεωρία με πήλινα πόδια, που αγνοεί την άνιση κατανομή της ισχύος ανάμεσα στους εμπόρους και τους παραγωγούς αλλά και ανάμεσα στα έθνη του πλανήτη. Επίσης, αυτή η θεωρία διακηρύττει, λανθασμένα, ότι η κυκλοφορία των κεφαλαίων θα παραμείνει σε τοπικό επίπεδο. Παρ’ όλες τις προφανείς ατέλειες και την ασυμβατότητα αυτής της θεωρίας με τη σύγχρονη πραγματικότητα, ο Παγκόσμιας Οργανισμός Εμπορίου και οι υπόλοιποι διεθνείς οργανισμοί συμβάλλουν στην παγκόσμια κυριαρχία της αρχής του συγκριτικού πλεονεκτήματος.

Η αρχή του «πλεονεκτήματος του κεφαλαίου» αξιώνει ότι η ελεύθερη κυκλοφορία των επενδύσεων ενισχύει την αποτελεσματική και ορθολογική αξιοποίησή τους, και ότι, στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, οι κυβερνήσεις προσαρμόζουν τις εθνικές οικονομίες προς όφελος των επενδυτών. Στην πραγματικότητα συμβαίνει το αντίθετο, καθώς οι επενδυτές ενεργούν με βάση το αγελαίο τους ένστικτο. Για να προσελκύσουν το απελευθερωμένο κεφάλαιο, οι κυβερνήσεις προσπαθούν να επιτύχουν χαμηλά επίπεδα πληθωρισμού, μειώνουν τους φόρους και περικόπτουν τις κοινωνικές δαπάνες σύμφωνα με τις απαιτήσεις των επενδυτών. Τούτο σημαίνει πως οι κυβερνήσεις εκχωρούν βασικούς μηχανισμούς δημοσιονομικού ελέγχου, όπως είναι η ρύθμιση των επιτοκίων ή ο καθορισμός του ύψους του δημόσιου δανεισμού, ρισκάροντας έτσι μια πτώση της εγχώριας ζήτησης. Οι πρόσφατες οικονομικές κρίσεις κατέδειξαν τις αρνητικές επιπτώσεις της απελευθέρωσης της διεθνούς κίνησης του κεφαλαίου και η Πολυμερής, Συμφωνία για τις Επενδύσεις (ΜΑΙ) κατέρρευσε υπό την πίεση της διεθνούς αντιπολιτεύσεως.

Τοπικοποίηση εναντίον παγκοσμιοποίησης

Οικονομική παγκοσμιοποίηση σημαίνει ελευθερία μετακίνησης επιχειρήσεων, κεφαλαίων και ανθρώπων, χωρίς σύνορα. Αυτή την πολιτική σήμερα προωθούν οι εξουσίες των κρατών (ιδεολογικές, πολιτικές, οικονομικές) και το παγκόσμιο σύστημα προς αποκλειστικό όφελος του μεγάλου κεφαλαίου, με μόνο κριτήριο το κέρδος του, εις βάρος των ισχυρών οικονομικά κοινωνιών. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε σε όλο τον πλανήτη πλούσιες χώρες με φτωχούς λαούς, μετανάστευση, πολέμους... Τα ίδια τα κράτη υπηρετούν σήμερα τις αγορές και όχι την κοινωνία, γιατί έχουν πέσει στον έλεγχο του υπερεθνικού κεφαλαίου των τραπεζών και των χρηματιστηριακών ομίλων. Η τηλεόραση έχει μετατραπεί σε όπλο ψυχολογικού πολέμου και μαζικού ελέγχου, οι κατά τόπους αστυνομίες σε στρατούς κατοχής, οι κυβερνήσεις σε δικτατορίες διεφθαρμένων. Οι εθνικοί στρατοί με την σειρά τους, χρησιμοποιούνται για την κατάλυση καθεστώτων που αποτελούν εμπόδια.

Ειδικά λοιπόν τις συνέπειες της ιδεολογίας των "ανοικτών αγορών" και της παγκοσμιοποίησης, τις βιώνουμε με οδυνηρό τρόπο, στην εποχή μας: Μαζική ανεργία, μετεγκατάσταση επιχειρήσεων σε χώρες φθηνού εργατικού δυναμικού, "ντόμινο" στον ανταγωνισμό και στην ποιότητα, πόλεμος για εκμετάλλευση νέων πόρων, μετανάστευση ανθρώπων και δημιουργία φθηνού και εκμεταλλεύσιμου εργατικού δυναμικού, επιστροφή στην "Φεουδαρχία" και σε ανεξέλεγκτες συνθήκες εργασίας, περιβαλλοντική καταστροφή, απώλεια των δεσμών και της κοινωνικής αλληλεγγύης, ανασφάλεια και κοινωνικός αποκλεισμός.

Το Offshoring

Το λεγόμενο Offshoring είναι το παιδί της παγκοσμιοποίησης. Βασικά σημαίνει την ελεύθερη μετακίνηση του συνόλου της παραγωγής μιας επιχείρησης ή μέρος αυτού σε άλλη χώρα. Ο σκοπός είναι σαφής: μείωση του κόστους και αύξηση της κερδοφορίας. Το κεφάλαιο δεν θέλει σύνορα και περιορισμούς από εθνικές πολιτικές. Σε έναν κόσμο που οι αποστάσεις έχουν μειωθεί και οι επικοινωνίες είναι εύκολες, η απελευθέρωση των αγορών και των κεφαλαίων γίνεται πραγματικότητα, τα σύνορα εξαφανίζονται και οι επιχειρήσεις (κυρίως οι πολυεθνικές), δεν θέλουν κρατικούς περιορισμούς. Αν μπορούν να παράγουν πιο φθηνά και αλλού, θα το κάνουν. Η μετεγκατάσταση της παραγωγής από την Ευρώπη προς την Ασία, έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, δημιουργώντας εδώ οικονομική κρίση, σημαντική αύξηση της ανεργίας και κοινωνική διάλυση.

Πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε σήμερα αυτή την παγκόσμια κατάσταση;

Εάν κάποια κράτη αποφασίσουν να αλλάξουν ιδεολογικό προσανατολισμό και στρατηγική, κατά της παγκοσμιοποίησης, είναι αποδεδειγμένο ότι θα έχουν πολιτική αποκλεισμών, ακόμη και πόλεμο. Εμείς παρ' όλ' αυτά, οι κοινωνίες, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τα νέα δεδομένα της παγκοσμιοποίησης και να αυτο-οργανωθούμε για να ανταπεξέλθουμε στον μεσαίωνα που έρχεται. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι είναι ανάγκη να υπερβούμε τις απαιτήσεις προς τα κράτη μας και να δουλέψουμε κατευθείαν σε κοινωνικό επίπεδο. Πρόσφατο άρθρο των Financial Times αναφέρει χαρακτηριστικά ότι δεν αναμένεται να υπάρξει έξοδος από την παγκόσμια κρίση κατά τη διάρκεια αυτής της γενιάς. Εμείς γνωρίζουμε ότι ούτε και στην επόμενη πρόκειται. Ο κόσμος μπαίνει σε μία νέα μακρά σκοτεινή εποχή και τα κόμματα και οι διάφορες οργανώσεις φαίνεται να μην το έχουν αντιληφθεί.

Ο Κοινοτισμός ενάντια στην κοινωνία της ελεημοσύνης

Μέσα στην μακρά περίοδο καπιταλιστικής κρίσης που πρόκειται να ακολουθήσει, είναι επιτακτική ανάγκη να εφαρμόσουμε στην πράξη τις κοινοτιστικές μας ιδέες σε ένα βιώσιμο οικονομικο-κοινωνικό σύστημα. Είναι δεδομένο ότι οι διάφορες ελεημοσύνες ή τα ανταλλακτικά παζάρια κλπ, είναι καλές πράξεις μεν, αλλά δεν αποτελούν ένα εναλλακτικό οικονομικό σύστημα. Είναι απλά το "όποιος έχει δύο χιτώνες να δίνει τον ένα". Τελευταία έγιναν της μόδας τα "κοινωνικά παντοπωλεία". Αρχικά ήταν μια καλή ιδέα αλλά εκφυλίστηκε. Έτρεξαν πολλοί να πάρουν "τσάμπα" αγαθά. Όλοι θέλουμε "τσάμπα" πράγματα. Αυτό όμως δεν είναι μία λύση. Δεν δημιουργεί μία διαφορετική νοοτροπία στον κόσμο. Δεν θέλουμε τους ανθρώπους ζητιάνους, χωρίς συνείδηση, να αγανακτούν και να τρέχουν πίσω από όποιον φαντάζει "σωτήρας" και φιλάνθρωπος. Η ελεημοσύνη δεν είναι η εφαρμογή στην πράξη μιας ιδεολογίας, αλλά σε πολλές περιπτώσεις ανυπαρξία εναλλακτικών ιδεών ή και απλός πολιτικαντισμός. Ναι λοιπόν στην κοινωνία της Αλληλεγγύης. Όχι στην κοινωνία της Ελεημοσύνης.

Η αλληλεγγύη χρειάζεται σύστημα και δομές. Εμείς θέλουμε να κινητοποιήσουμε ανθρώπους σε έναν ζωντανό οργανισμό. Θέλουμε να δημιουργήσουμε ανθρώπους ενεργούς που να συμμετέχουν παραγωγικά σε ένα εναλλακτικό σύστημά που θα δουλεύει και όχι απλούς καταναλωτές φθηνών αγαθών. Οι άνθρωποι πρέπει να βιώσουν ξανά την κοινότητα και τους δεσμούς αλληλεγγύης. Να αποκτήσουν μια εντελώς νέα συνείδηση. Για εμάς φτωχός δεν είναι αυτός που δεν έχει χρήματα, αλλά αυτός που δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα στην κοινωνία μέσα στην οποία ζει. Θα επιθυμουσαμε να ενισχύσουμε με κίνητρα την τοπικότητα και την κοινοτιστική αλληλεγγύη. Τοπική ανάπτυξη σημαίνει ενίσχυση των κοινωνικών δεσμών σε τοπικό επίπεδο. 
Τα ευχολόγια και οι καμπάνιες που στοχεύουν στην καλή πίστη του καταναλωτή να προτιμά τα εθνικά και τοπικά προϊόντα, στην πράξη είναι καταδικασμένα να συνθλίβονται από την εισβολή των πάμφθηνων κινέζικων στα πολυκαταστήματα και από την δυνατότητα των σουπερ μάρκετ να προσφέρουν πολύ πιο φθηνά ξένα. Όσες εκστρατείες και αν γίνουν, όταν βασίζονται απλά στον πατριωτισμό και στην ευσυνειδησία και όχι στην ανταποδοτικότητα, είναι καταδικασμένες. Ας φέρουμε ένα παράδειγμα: Αρκετοί ανακυκλώνουν σήμερα τα απορρίμματα τους, επειδή απλά έχουν συνείδηση. Η ανακύκλωση σήμερα απλά καλυτερεύει λίγο τα πράγματα γιατί βασίζεται στην συνείδηση μερικών. Οι περισσότεροι όμως δεν θα την αποκτήσουν για διάφορους λόγους. Εάν όμως είχε δημιουργηθεί ένα σύστημα που έδινε στον πολίτη κίνητρο με άμεση ανταπόδοση από την ανακύκλωση, τότε όλοι θα ανακύκλωναν τα πάντα. Δεν μπορούμε λοιπόν να βασιζόμαστε απλά στον "πατριωτισμό", αλλά πρέπει να αντιτάξουμε ένα λειτουργικό κοινωνικό σύστημα.

Αντίσταση σημαίνει Δράση (όχι αντίδραση).

Σε αυτή την κοινωνία που σίγουρα δεν ταιριάζει με εμάς (αν δεν είναι εντελώς αντίθετη) πρέπει να μπορέσουμε να κάνουμε τις ιδέες μας πράξη και όχι να κάνουμε υποχωρήσεις σε επίπεδο "ψηφοθηρίας" ανθρώπων που παραμένουν απαράλλακτοι "νεοέλληνες". Πρέπει να διαπλάσουμε νέα νοοτροπία. Αυτή είναι μία μεγάλη πρόκληση των καιρών για εμάς. Αν δεν κάνουμε τα όνειρά μας πραγματικότητα, η πραγματικότητα θα μας πάρει τα όνειρα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θα μπορέσουμε τουλάχιστον να επηρεάσουμε ένα τμήμα της της κοινωνίας, ώστε να νοιώσει το ιδεώδες μας. Να το βιώσει. Εάν δεν μπορούμε να βάλουμε σε εφαρμογή της ιδέες μας σε ρεαλιστικό επίπεδο και σε οποιαδήποτε αρνητική ή θετική πραγματικότητα, τότε ή οι ιδέες μας είναι εντελώς θεωρητικές και αρτηριοσκληρωτικές ή εμείς δεν είμαστε ικανοί και αρκετά έξυπνοι. Μπορεί να ισχύουν και τα δύο.
Η θεωρία όμως πρέπει να γίνεται πράξη και δράση και να μην μένει αποστειρωμένη από την κοινωνία. Τις κατάλληλες για εμάς συνθήκες και συνειδήσεις δεν θα τις βρούμε ποτέ, αν δεν αρχίσουμε να διαμορφώνουμε συνειδήσεις από σήμερα. Η φιλοσοφία πρέπει να έχει και το πολιτικό της ιδεώδες, το οποίο να εκφράζεται όπου υπάρχει πεδίο δράσης. Ένα πεδίο δράσης είναι η φυσιολατρία και η ορειβασία. Ένα άλλο μπορεί να είναι ο αθλητισμός. Ένα άλλο οι τέχνες και ο πολιτισμός. Η αγροτική ζωή. Παντού πρέπει να μπαίνουμε σε δημιουργική δουλειά και γενικότερα πρέπει να δημιουργήσουμε θεσμούς. Τους δικούς μας νέους θεσμούς που θα είναι και τα κύτταρα - το πρότυπο της νέας κοινωνίας του αύριο. Τόσο στην οικονομία, όσο και στην παιδεία, στην εργασία, στην άμυνα, στην τεχνολογία κλπ. Αν το υπάρχων σύστημα παιδείας είναι προβληματικό, θα κάνουμε τις δικές μας σχολές. Αν το σύστημα ασφάλειας είναι ανεπαρκές, θα κάνουμε τις δικές μας πολιτοφυλακές. Αν το οικονομικό σύστημα είναι προβληματικό, θα δημιουργήσουμε το δικό μας παράλληλο. Στηρίζοντας έτσι την υγιή κοινωνία στην επιβίωση και ανάπτυξη.

Προσεχώς θα ασχοληθούμε λοιπόν με το πεδίο της οικονομίας.

Πρέπει να στήσουμε ένα ημιαυτόνομο σύστημα που θα προσφέρει εσωτερική σταθερότητα στις οποιεσδήποτε αναταράξεις του εξωτερικού οικονομικού συστήματος και να έχει ανταποδοτικότητα σε επίπεδο τοπικής ανάπτυξης και πολιτισμού. Σκοπός είναι η μερική υποκατάσταση του κράτους που δεν βοηθά την κοινωνικά ωφέλιμη οικονομία, αλλά ταυτόχρονα και η ενίσχυση της τοπικής ανάπτυξης και των μικρών και μεσαίων παραγωγών. Η δική μας ιδέα για το κράτος εφαρμοσμένη όμως σε μικρή κλίμακα. Kαμία σχέση με τις ελεημοσύνες διαφόρων κομμάτων και οργανώσεων.
Σκοπός μας είναι η οικοδόμηση δομών μιας ημιαυτόνομης κοινωνίας βασισμένης στην αλληλοϋποστήριξη και αυτοοργάνωση. Θεαματική ενίσχυση της τοπικής οικονομίας. Αξιοποίηση παραγωγικών ατόμων. Για να δουλέψει ένα τέτοιο εναλλακτικό σύστημα πρέπει πρωταρχικά να εξασφαλίζει την παροχή φθηνών προϊόντων βασικής ανάγκης. Πρέπει δηλαδή σε πρώτη φάση να καταφέρουμε να απεξαρτηθεί ο καταναλωτής από τα σούπερ μάρκετ που έχουν την μεγάλη δύναμη να διαλύουν την τοπική αγορά. Και βέβαια πρέπει να επισημανθεί ότι για εμάς η αντίσταση στην κρίση δεν μπορεί να έχει μόνο οικονομική υφή. Εκ των πραγμάτων ένα τέτοιο εγχείρημ απαιτεί συνειδητοποιημένα μέλη που θα είναι αρχικά λίγα. Αν δουλέψει καλά, μπορούν να βελτιθούν διάφορα προβληματικά σημεία και να ανοιχτεί ακόμη περισσότερο.

Θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε λοιπόν ένα τοπικό οικονομικό σύστημα, με δικά του ανταποδοτικά οφέλη, για να έχει κίνητρο κανείς να ενταχθεί και με δικό του αναπτυξιακό φορολογικό σύστημα. Στην Ευρώπη υπάρχουν πολλά και θαυμάσια ανάλογα παραδείγματα.
Τα σουπερ μάρκετ έχουν την δυνατότητα σε συνεργασία με 10 πολυεθνικές, να ρίχνουν τις τιμές στα βασικά προϊόντα. Εάν δεν εξασφαλιστεί μία ισχυρή συνεργασία μεταξύ τοπικών παραγωγών και τοπικών καταναλωτών - μελών ενός δικτύου, δεν μπορεί αυτό το σύστημα να ανταγωνιστεί τα σουπερ μάρκετ. Άρα πρέπει να δουλέψει σαν ένας συνεταιρισμός. Πρέπει χίλια ας πούμε μέλη ενός τέτοιου δικτύου να δεσμευτούν με την εγγραφή τους ότι για έναν χρόνο π.χ. θα παίρνουν το λάδι τους από το δίκτυο. Ο συμβεβλημένος παραγωγός θα μπορεί έτσι με μία εξασφαλισμένη παραγωγή να ρίξει την τιμή πολύ για τα μέλη. Έτσι λοιπόν και ένας υπάλληλος που δεν είναι παραγωγός και παίρνει μισθό σε ευρώ, θα έχει συμφέρον να μετατρέψει ένα μεγάλο μέρος του μισθού του σε τοπικό νόμισμα ώστε να παίρνει προϊόντα πολύ χαμηλότερα και ποιοτικότερα, απ' ότι θα τα έπαιρνε με ευρώ από το σουπερ μάρκετ. Και μην ξεχνάμε ότι μέσα σε ένα τέτοιο δίκτυο μπορούν να εξαφανιστούν τους μεσάζοντες, που σημαίνει ακόμη πιο χαμηλές τιμές.

Είναι βασική λοιπόν προϋπόθεση να συμβληθούν παραγωγοί και καταναλωτές ειδικά για τα βασικά προϊόντα ανάγκης. Η υπόλοιπη οικονομική κίνηση θα έρθει κατόπιν αβίαστα. Αυτό το σύστημα εφαρμόζεται με μεγάλη επιτυχία στο εξωτερικό και σώζει και τον παραγωγό αλλά και την τσέπη του καταναλωτή. Είναι η οικοδόμηση κοινωνικού συνεργατισμού.

Τρεις είναι οι βασικοί άξονες για την ενίσχυση της τοπικοποίησης:
1. Στροφή στην παραγωγή και κατανάλωση προϊόντων της περιοχής μας.
2. Απεξάρτηση από την εξάρτηση των σούπερ μάρκετ και τις πολυεθνικές - καρτέλ που ελέγχουν τα βασικά προϊόντα.
3. Φορολογικό σύστημα με στόχο την ενίσχυση νέων επιχειρήσεων.Παράγοντες που πρέπει να αντιμετωπιστούν είναι: οι εισαγωγές, η φορολογία και οι μεσάζοντες.
Παραδείγματα από την Ευρώπη:

Η ενίσχυση της τοπικής οικονομίας και οι τοπικά αυτόνομες δομές μπορούν πράγματι να θωρακίσουν τις άμυνες των κοινωνιών απέναντι στις επιπτώσεις του φιλελεύθερου συστήματος, όταν δεν υπάρχει κρατικός προστατευτισμός. Είναι βέβαια κάτι που πολύ συζητείται τελευταία, αλλά δύσκολα γίνεται πράξη. Όμως υπάρχουν περιπτώσεις που μας λένε ότι γίνεται και μάλιστα πετυχαίνει. Το παράδειγμα του Δήμου Chiemgau στις Βαυαρικές Άλπεις είναι μία τέτοια περίπτωση όπου οι κάτοικοι μαζί με την τοπική αυτοδιοίκηση αποφάσισαν να δημιουργήσουν το δικό τους τοπικό νόμισμα, το "Chiemgauer" για να ενισχύσουν την τοπική τους οικονομία και να αντισταθούν στην κρίση.

Το τοπικό νόμισμα Chiemgauer, ξεκίνησε την κυκλοφορία του, το 2002 στην περιοχή του Χιμγκάου της Βαυαρίας και θεωρείται το μεγαλύτερο σε κυκλοφορία τοπικό νόμισμα.

Στο Χίμγκαου κατοικούν περισσότεροι από 500.000 κάτοικοι και η κυκλοφορία του τοπικού Chiemgauer (CH) ανέρχεται σε πάνω από 550.000 CH, με ποσοστό επί των συναλλαγών της τάξεως του 8%. Το τοπικό νόμισμα Chiemgauer, συνδυάζει το κουπόνι (δηλαδή το τοπικό χρήμα, πλαστικό χρήμα (συναλλαγές CASH CARD) και σύστημα λογαριασμών σε τοπικό χρήμα. Το ηλεκτρονικό Chiemgauer, τις πρώτες 30 μέρες δεν υφίσταται καμία υποτίμηση. Μετά, η υποτίμησή του ανέρχεται στο 0,022% την ημέρα.
Για την ανταλλαγή του Chiemgauer σε Ευρώ παρακρατείται ένα 5%+(Φόρος Συναλλαγών) και το ποσό αυτό δίδεται: 3% για κοινωφελείς δράσεις και τοπικά προγράμματα, ενώ το υπόλοιπο 2% καλύπτει τα έξοδα της πρωτοβουλίας του Ομίλου έκδοσης. Σήμερα, 689 σημεία αποδέχονται και συναλλάσσονται με το Chiemgauer. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ο τζίρος των επιχειρήσεων το 2011 ανήλθε περίπου στα 6,2 εκατ. έναντι 5 εκατ. το 2010 και 4 εκατ. το 2009. (Πηγή: εφημερίδα Α1) 

Γιατί χρειάζεται ένα πρόσθετο τοπικό νόμισμα;

Τα χρήματα είναι ένα μέσο ανταλλαγής. Η φύση ενός νομίσματος επομένως καθορίζει τη φύση του εμπορίου. Ένα τοπικό νόμισμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να ενισχύσει τις τοπικές επιχειρήσεις και τοπικούς συνεταιρισμούς, να τοπικοποιήσει την οικονομία κρατώντας το χρήμα στον τόπο της παραγωγής, ενισχύοντας το περιβάλλον, την ενέργεια, τον πολιτισμό και κυρίως την δημιουργία ισχυρών κοινωνικών δεσμών, όπως δείχνουν δεκάδες παραδείγματα από την Ιαπωνία ως τις Ηνωμένες Πολιτείες. Κυρίως στην Γερμανία, την Ελβετία και τη Γαλλία με την πολύ ενδιαφέρουσα περίπτωση στην Τουλούζη του "SOL Violette". Στη Χώρα των Βάσκων, ενθαρρύνει μάλιστα και την δημόσια χρήση της βασκικής γλώσσας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας (στοιχεία του 2010) κυκλοφορούν περίπου 67 τοπικά νομίσματα (Regionalgelder) στη Γερμανία, τα οποία ισχύουν και κυκλοφορούν μόνον τοπικά παράλληλα και συμπληρωματικά με το ευρώ, τα οποία έχουν κοινά χαρακτηριστικά, όπως την Ισοτιμία τους με το ευρώ (1:1) και το ότι αυτά που κυκλοφορούν είναι καλυμμένα ως προς την αξία διαπραγμάτευσης. Επίσης, η χρήση τους δεν είναι υποχρεωτική.

Το τοπικό νόμισμα Berliner Regional, εκδόθηκε στο Βερολίνο το 2005 με ισοτιμία 1:1 απέναντι στο Ευρώ. Για την αλλαγή από Berliner Regional σε ευρώ παρακρατείται ένα 5% εκ των οποίων το 3% πάει σε τοπικά και κοινωφελή προγράμματα και το υπόλοιπο 2% καλύπτει τα έξοδα της πρωτοβουλίας του Ομίλου έκδοσης.

Το τοπικό νόμισμα Berliner Regional, κατά την έναρξη της έκδοσής του είχε ισχύ 6 μήνες. Με τη λήξη του 6μήνου το γινόταν ανταλλαγή του «ληγμένου» κουπονιού με καινούριο, με την καταβολή ποσοστού 2% της ονομαστικής του αξίας ως τέλη ασφάλισης της νομισματικής κυκλοφορίας, δηλαδή κάτι σαν τα γνωστά μας CDS. 

Τον Μάρτιο του 2007 κυκλοφορούσαν περίπου 11.000 Berliner Regional, ενώ 189 εταιρείες και ιδιώτες είχαν αποδεχθεί το τοπικό νόμισμα. Τον Απρίλιο του 2009 ανακοινώθηκε ότι διακόπτεται η κυκλοφορία του.

Με τα τοπικά νομίσματα, μπορεί κάποιος να πληρώσει, πέραν του ευρώ, για εμπορεύματα και υπηρεσίες που προσφέρονται από επιχειρήσεις που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο και έχουν αποδεχτεί τους σκοπούς του. Είναι προφανές ότι όσο περισσότεροι καταναλωτές και επιχειρήσεις είναι στο δίκτυο, τόσο μεγαλύτερη θα είναι και η κυκλοφορία και συνεπώς η επιτυχία κάποιου τοπικού νομίσματος.

Και στην Ελβετία.

Το μεγαλύτερο συμπληρωματικό νόμισμα στον κόσμο, είναι το λεγόμενο WIR (Wirtschaftsring) που κυκλοφορεί στην Ελβετία και πρωτοεμφανίσθηκε το 1934. Από το 1936 υπόκειται στον νόμο περί τραπεζών και λειτουργεί από το 1992 ως WIR Bank, το οποίο έχει εν τω μεταξύ περισσότερα από 60.000 μέλη (20% όλων το μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων). Οι συναλλαγές γίνονται εκεί χωρίς μετρητό χρήμα, με επιταγές.

Τα τοπικά νομίσματα, δεν σκοπεύουν να αντικαταστήσουν το ευρώ ως επίσημο νόμισμα, αλλά προσπαθούν να στηρίξουν τις τοπικές οικονομίες απέναντι στον σκληρό ανταγωνισμό που επιβάλλει η «παγκοσμιοποίηση». Τα τοπικά νομίσματα λειτουργούν ως εναλλακτικά νομίσματα συμπληρωματικά του ευρώ. Με την κυκλοφορία αυτών των εναλλακτικών νομισμάτων, στηρίζονται οι τοπικές οικονομικές δομές, γιατί η αγοραστική δύναμη δεν μετακινείται, διασφαλίζονται οι θέσεις εργασίας με την ενίσχυση των τοπικών οικονομικών κύκλων.

Το σίγουρο είναι πάντως ότι η όλη προσπάθεια δεν αποσκοπεί στην συσσώρευση κέρδους καθώς ένα ποσοστό της τάξης του 3% από τα πλεονάσματα που δημιουργούνται, διατίθενται για κοινωφελείς δαπάνες στην τοπική κοινωνία, όπως π.χ. για την ενίσχυση μιας παιδικής χαράς, ενός αθλητικού συλλόγου, την χρηματοδότηση ενός προγράμματος απεξάρτησης αλκοολικών κ.ά., ενώ το άλλο μέρος της τάξης του 2% λειτουργεί ως κίνητρο και καταβάλλεται σε κάποιον με την αλλαγή των ευρώ σε τοπικά νομίσματα.

Και στη Βρετανία και στις ΗΠΑ και στην Ιαπωνία.

Να σημειωθεί πάντως ότι παλαιότερο από τα “regio” είναι τα βρετανικά LETS (“Local Exchange Trading System”: Τοπικό Σύστημα Συναλλαγών-Εμπορίου). Τα LETS είναι οικονομικές μονάδες που λειτουργούν με αμοιβαίες πιστώσεις των μελών, βάσει συμψηφισμών αγαθών-υπηρεσιών.
Η αξία του «χρήματος» μετράται σε μία άυλη μονάδα, το “acorn”, και αποκτά υλική μορφή σε επιταγές. Λειτουργούν στις Αγγλοσαξωνικές χώρες αλλά και ευρύτερα.

Στις ΗΠΑ, δημιουργήθηκαν και διαδόθηκαν με απίστευτη ταχύτητα τα χρονομεριστικά δολάρια (time-dollars). Είναι τοπικά νομίσματα, που επινοήθηκαν στη πόλη «Ιθάκη» της πολιτείας της Νέας Υόρκης, με την υποστήριξη του τοπικού Εμπορικού Επιμελητηρίου και εκατοντάδων τοπικών επιχειρήσεων.

Ανάλογα εγχειρήματα τέλος, εδραιώνονται και πέραν του Ειρηνικού, στην Ιαπωνία. (Πηγή: εφημερίδα Α1)

Ποια είναι τα αποτελέσματα;

Η δημιουργία ενός δικτύου γύρω από ένα τοπικό νόμισμα μπορεί:
  • Να ενισχύσει ένα σημαντικό μέρος των τοπικών επιχειρήσεων και παραγωγών: καταστήματα στο κέντρο της πόλης ή των χωριών, τη γεωργία, τις ενώσεις και τις συνεταιριστικές επιχειρήσεις, κλπ. Το τοπικό νόμισμα ενισχύει όλους αυτούς γιατί αποκτούν νέους πελάτες μέσω του δικτύου αυτού και σφυρηλατεί στενότερους δεσμούς αλληλεγγύης μεταξύ τους.
  • Να ενισχύσει την προστασία του περιβάλλοντος. Η τοπικοποίηση της οικονομίας βοηθά στην συνειδητοποίηση της προστασίας του τόπου μας μέσω της συλλογικής συνείδησης. Συνήθως οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε ένα τέτοιο δίκτυο έχουν όρους για σωστές πρακτικές που δεν βλάπτουν την περιοχή. Ελέγχονται για τις περιβαλλοντικές πρακτικές τους και τα απόβλητά τους μπορούν να αποφέρουν περεταίρω κέρδος.
  • Να ενισχύσει την προβολή του παραδοσιακού χαρακτήρα κάθε περιοχής.
  • Να καταπολεμήσει την ανεργία. Ενισχύοντας τις τοπικές επιχειρήσεις να μείνουν στον τόπο τους, διατηρούνται και ανοίγουν θέσεις εργασίας για τον τοπικό πληθυσμό που υπό άλλες συνθήκες αναγκάζεται να φύγει για μεγάλα αστικά κέντρα ή και άλλη χώρα. Τοπικοποίηση της οικονομίας σημαίνει ενίσχυση των τοπικών θέσεων εργασίας.
  • Να δημιουργήσει κοινωνικούς δεσμούς. Οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σε ένα τοπικό δίκτυο έχουν κοινά συμφέροντα μεταξύ τους, αλλά και με την κοινωνία. Στην περίπτωση μάλιστα του γαλλικού "SOL Violette" οι επιχειρήσεις και οι παραγωγοί, μοίραζαν νομίσματα σε γειτονιές με υψηλή ανεργία, κίνηση που είχε μεγάλο αντίκτυπο στην κοινωνική ένταξη και συνοχή.
  • Να προωθήσει τις τοπικές επενδύσεις και όχι την κερδοσκοπία από την τοπική κοινωνία. Τα κεφάλαια που κινούνται και κατατίθενται σε τοπικό νόμισμα μπορούν να ενισχύσουν την ανάπτυξη κοινά χρήσιμων έργων τοπικής ανάπτυξης, του περιβάλλοντος ή νέων επιχειρήσεων, μέσω ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος τοπικής αλληλεγγύης. Στην περίπτωση του Chiemgauer της Γερμανίας, το μικρό ποσοστό που κρατείται από την αλλαγή τοπικού νομίσματος προς Ευρώ, πηγαίνει για την ενίσχυση του πολιτισμού στην περιοχή.

Τα πλεονεκτήματα της μεταστροφής από την παγκοσμιοποίηση στην τοπικοποίηση

Η διεθνής αντίσταση στις αρνητικές συνέπειες της παγκοσμιοποίησης βρίσκεται σε άνοδο, ανοίγοντας το δρόμο για την επίτευξη της τοπικοποίησης. Οι παράμετροι του τοπικού, που μέχρι πρότινος καθορίζονταν από τα εθνικά κράτη, θα διαφέρουν, ανάλογα με τις παραγωγικές δυνατότητες των προϊόντων και των υπηρεσιών που θα αναδιοργανώνονται. Το τοπικό επίπεδο καλύπτει μια ευρύτερη κλίμακα επίπεδων, από το υπο-εθνικό σε ό,τι αφορά στην αγροτική παραγωγή, μέχρι το περιφερειακό διεθνικό, σε ό,τι αφορά στην αναδιοργάνωση των εναέριων μεταφορών. Η υλοποίηση της τοπικοποίησης προϋποθέτει την κινητοποίηση πολλών παραγόντων. 
Παρόλα αυτά, πρόκειται για μια διαδικασία που ξεκινάει από τους ανθρώπους και δεν επιβάλλεται σ’ αυτούς. Οι μεγάλες δυνατότητες αυτής της διαδικασίας συμπεριλαμβάνουν την αποκέντρωση της εξουσίας, τον έλεγχο της οικονομίας, μεγαλύτερη κοινωνική και περιβαλλοντική προστασία και την καλύτερη, συλλογικότερη αξιοποίηση των τεχνολογικών επιτευγμάτων. Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση καθιστά αυτή τη ριζική αλλαγή ακόμα πιο αναγκαία.
Η τοπικοποίηση μπορεί να ενισχύσει και να αναδιοργανώσει τις τοπικές κοινότητες, προκειμένου να ξαναχτίσουν τις οικονομίες τους. Η οικονομική ανανέωση και η αυξημένη κοινωνική συνοχή επιτυγχάνεται, συγκεκριμένα, μέσα από την επένδυση στις επιχειρήσεις εντάσεως εργασίας, την ανανέωση των οικονομικών υποδομών και την ενίσχυση των προσωπικών υπηρεσιών πρόνοιας σε τοπικό επίπεδο. Οι τοπικές επιχειρήσεις μπορούν να παίξουν κεντρικό ρόλο και έχουν πολλά να κερδίσουν απ’ αυτή τη διαδικασία.

Από την άλλη πλευρά, η παγκοσμιοποίηση εκθέτει σε τριπλό κίνδυνο τις βιώσιμες τοπικές κοινότητες, καθώς:
  • ο φετιχισμός της διεθνούς ανταγωνιστικότητας που τη διακατέχει δεσμεύει τις δημόσιες δαπάνες σε βαθμό που ανακόπτεται η ανανέωση των κοινοτήτων,
  • οδηγεί στην εξάρτηση των κυβερνήσεων από τους ξένους επενδυτές, πράγμα που συνήθως απολήγει σε αύξηση της ανεργίας,
  • αναδιαρθρώνει τη γεωργική παραγωγή, καταστρέφοντας τις μικρές επιχειρήσεις προς όφελος των πολυεθνικών.
Επιτυγχάνοντας την τοπικοποίηση

Το πρώτο βήμα προς την τοπικοποίηση αφορά σε μια ριζική αλλαγή στις συνειδήσεις των ανθρώπων, από την παθητική αποδοχή του ιδεολογήματος ότι η παγκοσμιοποίηση είναι τόσο αναπόφευκτη στον πλανήτη όσο και η βαρύτητα, στην υποστήριξη μιας σειράς μέτρων που θα κάνουν εφικτή την υιοθέτηση μιας στρατηγικής της προστασίας του τοπικού σε παγκόσμιο επίπεδο. Προστατευτικά μέτρα όπως ο έλεγχος στις εξαγωγές και τις εισαγωγές, οι δασμοί, οι επιχορηγήσεις των τοπικών προϊόντων θα πρέπει να υιοθετηθούν σε παγκόσμια κλίμακα, τουλάχιστον για μια ορισμένη μεταβατική περίοδο.

Αυτή η διαδικασία δεν θα είναι ανάλογη με τον προστατευτισμό των παρελθόντων ετών, που αποζητούσε την προστασία της εγχώριας αγοράς ενώ ταυτόχρονα απαιτούσε να παραμείνουν όλες οι άλλες αγορές ανοιχτές στις δραστηριότητες του. Η έμφαση θα δοθεί στο τοπικό εμπόριο. Το διεθνές εμπόριο, μέσα στο πλαίσιο αυτής της προσπάθειας, θα πρέπει να συντονιστεί προς την ενίσχυση της διαφοροποίησης των τοπικών οικονομιών. Μια τέτοια, δραματική και ριζική αλλαγή θα πρέπει να υπερβεί την αντιπολίτευση των πολυεθνικών και γι' αυτό θα χρειαστεί να υλοποιηθεί σε περιφερειακό επίπεδο, ιδιαίτερα σ' εκείνες τις περιφερειακές συσσωματώσεις που διαθέτουν αρκετή δύναμη για να πραγματοποιήσουν κάτι τέτοιο - όπως είναι η Ευρώπη και η Βόρειος Αμερική.
Η τοπικοποίηση της παραγωγής και ο έλεγχος των πολυεθνικών

Η βιομηχανία πρέπει να τοπικοποιηθεί μέσω μιας αναπτυξιακής πολιτικής που θα ενθαρρύνει την παραγωγή και την πώληση στην ίδια γεωγραφική τοποθεσία. Μ' αυτόν τον τρόπο οι απειλές των πολυεθνικών θα ισοσταθμιστούν από την παρουσία των νέων τοπικών ανταγωνιστών. Από τη στιγμή που οι πολυεθνικές επιχειρήσεις θ’ αναγκαστούν ν’ αποκτήσουν τοπικό χαρακτήρα, οι δραστηριότητές τους καθώς και οι φορολογικές τους υποχρεώσεις θα τεθούν ξανά υπό δημοκρατικό έλεγχο. Από κει και πέρα τα αιτήματα για την επιβολή κοινωνικών, εργατικών και περιβαλλοντικών μέτρων θα μπορέσουν να υλοποιηθούν, ενώ η επαρκής φορολόγηση των επιχειρήσεων θα ενθαρρύνει τις πολιτικές υποστήριξης των φτωχών κοινωνικών στρωμάτων.

Μια πολιτική τοπικού ανταγωνισμού

Οι πολιτικές ενίσχυσης του τοπικού ανταγωνισμού θα διασφαλίζουν την ποιότητα των παρεχόμενων αγαθών και υπηρεσιών. Απελευθερωμένη από το καθεστώς του διεθνούς ανταγωνισμού που επιβάλλουν οι ξένοι επενδυτές, η οικονομική δραστηριότητα θα μπορέσει να διεξαχθεί μέσα στο πλαίσιο πιο δίκαιων εργατικών, οικολογικών και κοινωνικών ρυθμίσεων, ενώ ταυτόχρονα θα μπορεί να ενισχύσει την ορμή της μέσω της υιοθέτησης των καλύτερων ιδεών και τεχνολογιών απ’ όλον τον κόσμο. Η κυβερνητική πολιτική θα προστατεύει τη δομή και τη θέση των μικρών, τοπικών επιχειρήσεων στην αγορά, ενώ ταυτόχρονα θα ελέγχει τη συμπεριφορά των μεγαλύτερων μέσα στα πλαίσια της αγοράς.

Φόροι για την τοπικοποίηση

Το κόστος για τη μετάβαση στην τοπικοποίηση καθώς και για την αναβάθμιση της προστασίας του περιβάλλοντος θα καλυφθεί κατά πολύ από τη φορολόγηση των πρώτων υλών, των μη-ανανεώσιμων πηγών ενέργειας αλλά και της μόλυνσης. Για την προώθηση μιας πιο εξισωτικής κοινωνίας, θα πρέπει να τεθούν φραγμοί στη μεταφορά των μεγάλων επιχειρηματικών μονάδων από χώρα σε χώρα και να καταργηθούν οι φορολογικοί παράδεισοι, ώστε να γίνει εφικτή η φορολόγηση των επιχειρήσεων και των ατόμων ανάλογα με το εισόδημά τους, τον πλούτο και τη γη που κατέχουν. Το μεγαλύτερο μέρος από τα έσοδα αυτής της φορολογικής πολιτικής θα χρησιμοποιηθεί προκειμένου να ενισχυθούν τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα αλλά και να δοθούν κίνητρα για τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.

Δημοκρατική τοπικοποίηση

Μια διαφοροποιημένη τοπική οικονομία απαιτεί την ενεργή δημοκρατία της καθημερινής κινητοποίησης προκειμένου να καλυφθούν ως επί το πλείστον οι ανάγκες των τοπικών κοινωνιών. Για τη διασφάλιση της όσο το δυνατόν πιο δίκαιης ανακατανομής του παραγόμενου πλούτου απαιτείται περισσότερος δημοκρατικός και ευρύτερος πολιτικός και οικονομικός έλεγχος στο τοπικό επίπεδο. Η θέσπιση ενός ελάχιστου εγγυημένου κοινωνικού εισοδήματος θα καταστήσει την εμπλοκή όλων στην διαδικασία της λήψεως των οικονομικών αποφάσεων ένα αναφαίρετο δικαίωμα. Η χρηματοδότηση των πολιτικών κομμάτων από τις επιχειρήσεις θα απαγορευτεί αυστηρά και η δύναμη θα περάσει έτσι από τους οικονομικούς παράγοντες στους πολίτες. Αυτή η διαδικασία προϋποθέτει την ενθάρρυνση της μεγαλύτερης δυνατής συμμετοχής στον καθορισμό των τοπικών οικονομικών, πολιτικών και περιβαλλοντικών πρωτοβουλιών. Κάτι τέτοιο θα απαιτούσε την ισόρροπη συμμετοχή του κράτους, των κοινοτικών δικτύων και οργανισμών και των κοινωνικών κινημάτων.

Εμπόριο και διεθνής βοήθεια για την τοπικοποίηση

Οι κανόνες της GATT, που σήμερα υπηρετεί ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, πρέπει να αναθεωρηθούν ριζικά και να μετατραπούν σε κανόνες μιας Γενικής Συμφωνίας για το Βιώσιμο Εμπόριο (General Agreement for Sustainable Trade - GAST) η οποία και θα καθοδηγείται από έναν δημοκρατικό Παγκόσμιο Οργανισμό για την Τοπικότητα. Ρόλος αυτών των οργανισμών θα είναι να διασφαλίσουν ότι το περιφερειακό εμπόριο, η διεθνής οικονομική βοήθεια, οι χρηματοπιστωτικές ροές και η παγκόσμια κυκλοφορία των ιδεών και της τεχνολογίας λειτουργεί πραγματικά προς την οικοδόμηση βιώσιμων τοπικών οικονομιών. Ο στόχος είναι να ενισχυθεί η απασχόληση μέσα από την επίτευξη ολοένα και μεγαλύτερης αυτονομίας όλων των επιπέδων της τοπικοτητας.

Πώς θα υλοποιηθεί η τοπικοποίηση. Η διεύρυνση της αντίστασης.

Η μαζική αντίσταση στην παγκοσμιοποίηση μπορεί να κατευθυνθεί προς την οικοδόμηση μιας εφικτής εναλλακτικής λύσης - της τοπικοτητας. Υπάρχουν ήδη αμέτρητοι άνθρωποι και κινήσεις που προωθούν την ενίσχυση της τοπικοτητας από τη βάση. Το κίνητρο για τη συνειδητοποίηση της αξίας τέτοιων ριζικών εναλλακτικών τοπικών λύσεων από την πλευρά των κυβερνήσεων είναι η επιτακτική ανάγκη της εξόδου από το κλίμα της οικονομικής αστάθειας και της ύφεσης, της ανεργίας και της ανεπαρκούς κάλυψης των ανθρωπίνων αναγκών. Εξ ίσου σημαντικό στην οικοδόμηση μιας διαφορετικής τάσης της «τοπικότητας» στο σύγχρονο πολιτικό σκηνικό είναι και η πίεση των κοινωνικών κινημάτων. Η τελευταία, προκειμένου να αποβεί αποτελεσματική, πρέπει να πάψει να αγωνίζεται για τα επιμέρους ζητήματα που εγείρει η παγκοσμιοποίηση και να προσεγγίσει το ζήτημα πιο συνολικά, να κατανοήσει ότι η επιτυχία στα επιμέρους περνά μέσα από την υιοθέτηση μιας λογικής τοπικοποίησης σε διεθνές επίπεδο, με λίγα λόγια την υιοθέτηση μιας στρατηγικής που θα προστατεύει την τοπικότητα σε παγκόσμιο επίπεδο.

Καταστρέφοντας θέσεις εργασίας για τη μείωση του πληθωρισμού

Οι παγκόσμιες αποπληθωριστικές τάσεις καθοδηγούνται από τη μεταφορά της βιομηχανίας σε χώρες με φτηνό εργατικό δυναμικό, από την αυτοματοποίηση της παραγωγής και τις περικοπές των κοινωνικών δαπανών - εξελίξεις που υπαγορεύει το καθεστώς του απελευθερωμένου εμπορίου στ' όνομα της διεθνούς ανταγωνιστικότητας. Αυτές οι εξελίξεις έχουν οδηγήσει στη χειρότερη κρίση ανεργίας και υπο-απασχόλησης που γνώρισε ο πλανήτης από τη δεκαετία του 1930. Η αύξηση της απασχόλησης θα είναι αποτέλεσμα συντονισμένων προσπαθειών για τη διάσωση και την αναβάθμιση των κοινωνικών παροχών, και αγώνων για την αποκατάσταση των εργατικών δικαιωμάτων. Παρόλα αυτά, στο βαθμό που οι προσπάθειες αυτές δεν πλαισιώνονται από μια ευρύτερη, τοπικοποιητική στρατηγική. δεν θα μπορέσουν ποτέ να επιτύχουν απόλυτα τους σκοπούς τους.

Μια τοπικοποιητική στρατηγική για τους ακτιβιστές του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος

Ο πρωταρχικός σκοπός του Π.Ο.Ε. είναι να ελαχιστοποιήσει τις κυβερνητικές νομοθεσίες και τους άλλους φραγμούς που ανακόπτουν το ελεύθερο εμπόριο σε παγκόσμιο επίπεδο. Ακολούθως, πιέζει τις κυβερνήσεις να εναρμονίζουν την πολιτική τους σύμφωνα με τις ανάγκες του διεθνούς εμπορίου, παρακάμπτοντας τις προτεραιότητες που θέτει η εγχώρια πραγματικότητα. Οι ακτιβιστές που δραστηριοποιούνται εναντία στην παγκοσμιοποίηση, για να πετύχουν τους στόχους που θέτουν, θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν την αναγκαιότητα για τη διαμόρφωση μιας ευρύτερης στρατηγικής που θα απαντά στη διαδικασία της παγκοσμιοποίησης. Μια τέτοια στρατηγική, που μπορεί να συμπεριλάβει όλα τα κύρια αιτήματα του αντι-παγκοσμιοποιητικού κινήματος, είναι αυτή της τοπικοποίησης, η οποία προκρίνει ένα πιο δίκαιο και εξισωτικό παράδειγμα για την αντικατάσταση του παγκοσμίως κυρίαρχου μοντέλου.

Αποτυχία της τοπικοποίησης σημαίνει και αποτυχία των κινητοποιήσεων για τις κοινωνικές παροχές, τα εργατικά δικαιώματα και τη διαφορετικότητα των πολιτισμών

Πολύ συχνά, τα κινήματα για τη διάσωση της κοινωνικής πρόνοιας δεν είναι σε θέση να κατανοήσουν τους φραγμούς που θέτει η παγκοσμιοποίηση και οι περιφερειακές της απολήξεις -όπως είναι η Ενωμένη Ευρώπη- στη δυνατότητα των κυβερνήσεων να καταρτίσουν μια πιο δίκαιη δημοσιονομική πολιτική. Τα συνδικάτα και άλλοι κινηματικοί θεσμοί συχνά συγχέουν την παγκοσμιοποίηση με τον διεθνισμό. Διεκδικούν μια «ανθρώπινη», ευγενική μορφή παγκοσμιοποίησης, που θα προκύψει από την ελεγχόμενη απελευθέρωση του εμπορίου, παρόλο που είναι προφανές ότι ή κατάργηση των φραγμών στο παγκόσμιο εμπόριο και η καλπάζουσα ανεργία που προκαλεί αποτελούν τον βασικό λόγο για την εργασιακή ανασφάλεια, τη συμπίεση των μισθών και την επιδείνωση των όρων εργασίας. Ακόμη, η πολιτιστική διαφορετικότητα προϋποθέτει την αντικατάσταση της παγκόσμιας βιομηχανίας του θεάματος απ’ όλους εκείνους που ενδιαφέρονται να διασώσουν τις εθνικές και τις τοπικές κουλτούρες.

Τοπικοποιώντας τη διεθνή ανάπτυξη

Οι επαγγελματίες της ανάπτυξης, που ζητούν μια δικαιότερη εκδοχή του διεθνούς απελευθερωμένου εμπορίου, αγνοούν τις συνέπειες που έχουν προκαλέσει αυτοί ακριβώς οι όροι του ελεύθερου εμπορίου στις φτωχές χώρες του Νότου. Οι αναπτυξιακές μη-κυβερνητικές οργανώσεις συμμετέχουν κι αυτές σπτήν ψευδαίσθηση που υποστηρίζει ότι σι εισαγωγές των προϊόντων του Νότου στις χώρες του ανεπτυγμένου Βορρά είναι το κλειδί για την ανάκαμψη των φτωχών χωρών του Τρίτου Κόσμου. Η κριτική των κινημάτων του Νότου επισημαίνει τις κυρίαρχες αρνητικές πλευρές αυτής της προσέγγισης (το αναπόφευκτο της ανισότητας που προκύπτει στη διαδικασία του διεθνούς ανταγωνισμού, το ότι οι εθνικές προτεραιότητες θυσιάζονται στο βωμό των αναγκών του διεθνούς εμπορίου, τις δεινές εργασιακές συνθήκες και τη λεηλασία των φυσικών πόρων που απαιτούν οι πολυεθνικές εταιρείες σαν τίμημα για τη συμμετοχή σ’ αυτό το παγκόσμιο σύστημα) και προκρίνει μια αναπτυξιακή πολιτική που θεμελιώνεται στην προτεραιότητα της τοπικότητας.

Τοπικοποιώντας τη διατροφική ασφάλεια

Η παγκοσμιοποίηση ενισχύει τον έλεγχο των πολυεθνικών πάνω στην παγκόσμια παραγωγή τροφίμων. Τόσο οι καταναλωτές όσο και οι αγρότες εκφράζουν την αντίθεσή τους σ' αυτή τη διαδικασία, που ενισχύει τη διατροφική ανασφάλεια, ενέχει περιβαλλοντικούς κινδύνους και οδηγεί σε πτώχευση τη συντριπτική πλειοψηφία του παγκόσμιου αγροτικού πληθυσμού. Η τοπικοποίηση μπορεί να αντιστρέψει αυτή τη δυναμική. Η διατροφική ασφάλεια προϋποθέτει - στις χώρες του πλούσιου Βορρά και του φτωχού Νότου εξίσου- μεγαλύτερο βαθμό αυτάρκειας στα παραγόμενα προϊόντα. Ακόμη, αυτό που χρειάζεται είναι ένας δραστικός περιορισμός στο παγκόσμιο εμπόριο τροφίμων, μέχρι που να δημιουργηθούν οι κατάλληλες υποδομές ώστε η διεθνής κυκλοφορία των προϊόντων να ενισχύει την αυτάρκεια των χωρών. Τότε, οι διεθνείς ανταλλαγές μπορούν να λειτουργήσουν υπό το καθεστώς των κανόνων του «δίκαιου εμπορίου», το οποίο ωφελεί τη μικρή ιδιοκτησία και το περιβάλλον. Οι αγροτικές μεταρρυθμίσεις και η ανοικοδόμηση των αγροτικών οικονομιών αποτελεί, επίσης, ένα αναπόσπαστο κομμάτι της επανατοπικοποίησης της παραγωγής των τροφίμων.

Η πράσινη παγκοσμιοποίηση δεν είναι εφικτή

Στους κόλπους του οικολογικού κινήματος υπήρχε ανέκαθεν μια ισχυρή τάση που διεκδικεί τη λελογισμένη χρήση των φυσικών πόρων, την επιβολή περιβαλλοντικών μέτρων στη βιομηχανία και την αγροτική παραγωγή, και τη θέσπιση μιας ισχυρότερης περιβαλλοντικής νομοθεσίας που θα προστατέψει τη βιοποικιλότητα, την άγρια ζωή στον πλανήτη αλλά και θα μεγιστοποιήσει την ανακύκλωση των απορριμμάτων. Πρόσφατα, αυτή η ατζέντα των αιτημάτων εμπλουτίστηκε και με άλλη, προκειμένου να διασφαλίσει τον δημοκρατικό έλεγχο των κοινωνιών πάνω στην οικονομία, την προστασία των ανθρωπίνων και πολιτιστικών δικαιωμάτων των λαών αλλά και τη μείωση των ανισοτήτων. Η παγκοσμιοποίηση, όμως, λειτουργεί προς την αντίθετη κατεύθυνση, επιβάλλοντας παγκόσμιους κανόνες που ενισχύουν τον διεθνή ανταγωνισμό, προκρίνουν τη φτηνότερη παραγωγή με οποιοδήποτε τίμημα, αφήνουν ανοιχτό πεδίο στην ασυδοσία των επενδύσεων των πολυεθνικών αλλά και προωθούν τις περικοπές στις δημόσιες δαπάνες. Υπ' αυτή την έννοια, το πέρασμα από τη σημερινή παγκόσμια οικονομία των ανισοτήτων και της περιβαλλοντικής καταστροφής στο μέλλον της «βιώσιμης ανάπτυξης» δεν είναι εφικτό με τους σημερινούς όρους του συστήματος.

Μια πράσινη τοπικοποίηση

Οι οικολογικοί φόροι που επιβάλλονται στην ενέργεια και στις άλλες μη-ανανεώσιμες πρώτες ύλες, καθώς και τα πρόστιμα για τη ρύπανση του περιβάλλοντος, μπορούν να αξιοποιηθούν για τη ριζική μεταστροφή προς την τοπικοποίηση. Μέσω αυτών, θα μπορεί να είναι πλέον εφικτή η δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης δίχως τη φορολόγηση της εργασίας Επίσης, ο ανταγωνισμός στο περιφερειακό επίπεδο μπορεί να περιοριστεί με τη χρήση των κατάλληλων ελέγχων και δασμών. Σε γενικές γραμμές, η επανατοπικοποίηση σημαίνει τη ριζική μείωση των ανταλλαγών μεγάλων αποστάσεων. που είναι ενεργειοβόρες και επιβαρύνουν το περιβάλλον. Κάθε περιβαλλοντικό ζήτημα θα προσεγγίζεται κύρια στην τοπική του διάσταση, πράγμα που θα διευκολύνει την πίεση από τα «κάτω» και άρα τη δυνατότητα της δημοκρατικής διαχείρισής του. Και για εκείνα τα περιβαλλοντικά ζητήματα, όμως. που εξελίσσονται σε ευρύτερη γεωγραφική κλίμακα, το πλαίσιο της τοπικοποίησης είναι πιο κατάλληλο για την οριοθέτηση και την προώθηση των αιτημάτων των περιβαλλοντικών κινημάτων.

Επίλογος: Η τοπικοποίηση θα εκτοπίσει την αγορά

Ένα από τα κυριότερα κίνητρα για τη μετάβαση από την παγκοσμιοποίηση στην τοπικοποίηση είναι και η συνειδητοποίηση ότι μονάχα η δυνατότητα για την τοπική ασφάλεια και οι άλλες συνθήκες που επιφέρει η εντοπιότητα είναι σε θέση να εκτοπίσουν την αγορά από την πρωτοκαθεδρία του παγκόσμιου συστήματος. Το ερώτημα που προκύπτει μετά αφορά στο είδος της αγοράς που θα προκύψει έπειτα από αυτή τη μεταστροφή. Η ανικανότητα του παρόντος συστήματος να εξέλθει της κρίσης που έχει προκαλέσει η παγκοσμιοποίηση αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για τη διαμόρφωση νέων συμμαχιών και μιας νέας ατζέντας αιτημάτων.

Η παρούσα κρίση πρέπει να ωθήσει αυτούς που παρεμβαίνουν σε τοπικό επίπεδο, τους ακτιβιστές που δραστηριοποιούνται γύρω από ευρύτερα ζητήματα, αλλά και τους μικρούς και μεσαίους επιχειρηματίες που απειλούνται από το κυρίαρχο μοντέλο. Όλοι αυτοί χρειάζεται να συναντηθούν και να προσπαθήσουν να διαμορφώσουν μια στρατηγική για το πως θα προκύψει αυτό το τοπικοποιημένο μέλλον για το πώς θα ανανεωθούν οι τοπικές οικονομίες ώστε να καταπολεμηθεί η ανεργία και να αναβαθμιστεί το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων για την ανοικοδόμηση των κοινοτήτων αλλά και την προστασία του περιβάλλοντος. Με λίγα λόγια, όλοι αυτοί θα πρέπει να ενεργοποιήσουν -να δώσουν σάρκα και οστά- στη διαδικασία της τοπικοποίησης.

Όπως ο προηγούμενος αιώνας ήταν ο αιώνας της διαμάχης ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά, ο 21 ος αιώνας θα είναι ο αιώνας της αντιπαράθεσης ανάμεσα στη συμμαχία των διάφορων οπαδών της τοπικότητας, που ξεκινάει από κομμάτια των αναρχικών, της Αριστερός, των οικολόγων, και καταλήγει στις λαϊκές δυνάμεις του Κέντρου και της Κεντροδεξιάς και των παγκοσμιοποιητών κάθε απόχρωσης και τάσης. Υπ' αυτή την έννοια -και ζητώντας συγγνώμη από τους Καρλ Μαρξ και Μάργκαρετ Θάτσερ- το σύνθημα των αγώνων του μέλλοντος θα συνοψίζεται στο:
«Οπαδοί της τοπικοποίησης όλου του κόσμου ενωθείτε. Υπάρχει εναλλακτική λύση».
Το κείμενο είναι από το βιβλίο του Colin Heines: "Localization - a global manifesto", το οποίο κυκλοφορεί στα αγγλικά από τις εκδόσεις Earthscan
Από:  thesecretrealtruth

Σχόλια