ΟΛΟΤΑΧΩΣ ΓΙΑ ΑΚΥΡΩΣΗ ΤΗΣ ΤΕΡΑΤΩΔΟΥΣ «ΣΥΜΦΩΝΙΑΣ»

Δεν υπάρχει σοβαρός οικονομολόγος, εντός και εκτός της χώρας, που να τολμά να υποστηρίξει ότι αυτό το προϊόν ενός απάνθρωπου εκβιασμού, που βαπτίστηκε ωστόσο «συμφωνία» αποβλέπει στη σωτηρία μας.
Βασισμένο και το τρίτο μνημόνιο στις ίδιες κατευθυντήριες γραμμές των δύο προηγουμένων, που κατέστρεψαν την Ελλάδα, αλλά με ενισχυμένες τις ακραίες εκείνες απαιτήσεις των δανειστών, υπέρ της πλήρους λεηλασίας της δημόσιας και ιδιωτικής περιουσίας, υπέρ της ολοκληρωτικής εξαθλίωσης και ταπείνωσης του λαού, υπέρ δήθεν μεταρρυθμίσεων που απορρέουν από την πιο φανατική και απάνθρωπη νεοφιλελεύθερη θεώρηση, υπέρ της συνέχισης και εντατικοποίησης της γενοκτονικής λιτότητας, υπέρ της εφαρμογής εγκληματικής εμβέλειας υφεσιακών μέτρων, υπέρ της υφαρπαγής κάθε ίχνους εθνικής κυριαρχίας και εθνικής αξιοπρέπειας, τέλος υπέρ της επίδειξης μιας βάρβαρης συμπεριφοράς που συνάδει σε δυνάμεις κατοχής, εναντίον ανυπεράσπιστων υπόδουλων λαών…
Η ντροπή της Ευρώπης, όπως ορθά την χαρακτήρισαν ορισμένα διεθνή ΜΜΕ.
Το τρίτο αυτό μνημόνιο, εκπλήσσει, με την έλλειψη αναφοράς σε αναπτυξιακή διαδικασία, που τόσο χρειάζεται η εμφανώς ετοιμοθάνατη ελληνική οικονομία.
Η «συμφωνία», εξάλλου, αποκρούει με σκαιότητα το κούρεμα του μη βιώσιμου χρέους, εξαιρώντας έτσι το ΔΝΤ από τη συνέχιση συμμετοχής του στα βασανιστήρια της χώρας μας. Πρόκειται για ασήκωτη ταφόπετρα, που συνθλίβει την επιβίωση του ελεύθερου και ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, για τουλάχιστον 50 χρόνια από σήμερα.
Στο ερώτημα τού γιατί η Γερμανία, στην αδιαλλαξία της οποίας εναντιώθηκε αποφασιστικά μόνο η Γαλλία, και σε κάποιες φάσεις του μακρόσυρτου ελληνικού δράματος, και η Ιταλία, αποφάσισε να ρίξει τη μάσκα της δήθεν «ισότητας των μελών της ΕΕ», της δήθεν «αλληλεγγύης» και της δήθεν « ευρωπαϊκής συνοχής», έχει προφανώς και άλλες απαντήσεις, εκτός από την επιθυμία ταπείνωσης της Ελλάδας, ως τιμωρία για τις μη αρεστές, στους δανειστές, επιλογές της.
Ως ισχυρότερη φαίνεται αυτή που θέλει τη Γερμανία να αποβάλλει την, μέχρι τώρα, υποκριτική συμπεριφορά της, ότι δήθεν ήταν μια από τις χώρες-μέλη της ΕΕ και της ευρωζώνης, και να εμφανίζεται πια, ανοικτά και χωρίς περιστροφές, ως η κυρίαρχη δύναμη της Ευρώπης, στην οποία αναγνωρίζεται το δικαίωμα να αποφασίζει μόνη για την τύχη, αλλά και για την καταδίκη ενός κράτους-μέλους.
Η επιλογή αυτή της Γερμανίας συνδέεται, πιθανότατα, με την ωρίμανση ενός παλαιότερου σχεδίου, που στοχεύει στη διχοτόμηση της ΕΕ, αφενός σε σκληρό πυρήνα, με τη Γερμανία στο κέντρο και μαζί κάποιους δορυφόρους της, και στον εξωτερικό φλοιό της, που θα συγκεντρώνει τις λοιπές χώρες-μέλη, με καθεστώς διαφόρου βαθμού δουλοπαροικίας.
Η Ελλάδα, που προορίζεται για τον τελευταίο κύκλο αυτού του νέου σχήματος της Ευρώπης, εκλέχθηκε ως το πρώτο πειραματόζωο, που ενέδωσε στις απειλές και στους εκβιασμούς, παραδίδοντας στον «κατακτητή» ολόκληρη την υπόστασή της.
Παρότι, ασφαλώς, ενδιαφέρουν οι λόγοι, που ώθησαν τους εταίρους/ δανειστές μας να μας συμπεριφερθούν με την σκληρότητα που συνάδει σε στρατεύματα κατοχής, αυτό που κυρίως προέχει τώρα είναι το πώς θα διασωθεί η Ελλάδα.
Και θα τολμήσω να υποστηρίξω τη λύση της επιστροφής στο εθνικό νόμισμα, σε πείσμα των φαιδρών χαρακτηρισμών, εκ μέρους ορισμένων ελληνικών ΜΜΕ, των οπαδών της δραχμής.
Αυτοί φέρονται (άκουσον-άκουσον) ως «συνωμότες», ως «λομπίστες», ως «μαφιόζοι», ως «σπεκουλαδόροι» που επιδιώκουν να πλουτίσουν με χρήματα που θα φέρουν από το εξωτερικό, και άλλα τινά.
Προπαγάνδα, εμφανώς φασιστικής υφής, εφόσον επιχειρεί να αποκλείσει και να συσκοτίσει τη μοναδική οδό επιβίωσης της χώρας, αλλά και εγκληματική, στο βαθμό που διαμορφώνει συνειδήσεις και που καταλήγει στο «θαυμαστό», για την κατακαημένη χώρα μας, αποτέλεσμα, του 70% των Ελλήνων, να πανικοβάλλονται στο άκουσμα και μόνο της λέξης «δραχμή»..
Ειλικρινά διερωτώμαι αν, ακόμη, και τώρα, δηλαδή ακόμη και μετά από την τελευταία συμφωνία-Αρμαγεδδών, μπορεί να υπάρχουν Έλληνες πολίτες, αλλά και πολιτικοί που να πιστεύουν, με το χέρι στην καρδιά, ότι αυτή περιλαμβάνει «μεταρρυθμίσεις» από τις οποίες έχει ανάγκη η χώρα, και οι οποίες θα τη βοηθήσουν να βγει από την κρίση…..
Έχουν, άραγε, με κάποιους τρόπους πειστεί ότι ο γκρεμός της δραχμής είναι βαθύτερος αυτού στον οποίον οδηγεί η εφαρμογή αυτού του αλλοπρόσαλλου τρίτου μνημονίου ή μήπως, έχουν καταληφθεί από σύνδρομα προέλευσης της Naomi Klein, που τους κάνουν να πιστεύουν ότι εμείς φταίμε για όλα και πρέπει, για αυτό, να εξαγνιστούμε μέσα από μαρτυρικές τιμωρίες;
Οτι είμαστε ανίκανοι για ανάπτυξη και ανεξαρτησία και, συνεπώς, άξιοι της τύχης μας;
Ή, απλώς, και για να κάνω το δικηγόρο του διαβόλου, κάποιοι ανάμεσά μας, σε αγαθή σύμπνοια με το διευθυντήριο της ΕΕ, ορθότατα συμπέραναν ότι η τυχόν προσπάθεια εφαρμογής αυτού του εγκληματικού μνημονίου θα καταλήξει, και μάλιστα ταχύτατα, σε τέτοιας έκτασης οικονομική, κοινωνική και εθνική καταστροφή, ώστε να ανατραπεί με ευκολία ο κ. Τσίπρας και η αριστερή του Κυβέρνηση να γίνει, κατά την πρόβλεψη, μια σύντομη παρένθεση;
Η Ελλάδα πρέπει άμεσα να σωθεί και να ελευθερωθεί από τα κατοχικά στρατεύματα. Η νέα αυτή συμφωνία είναι, σαφέστατα μη σύννομη, εφόσον υπογράφηκε κάτω από ασφυκτικούς εκβιασμούς και τρομακτικές απειλές, και η ακύρωσή της προβλέπεται από τη Σύμβαση της Βιέννης. Εξάλλου, το GREXIT, αν επιπλέον επιδιώκουμε να αλλάξουμε την Ευρώπη, θα πρέπει να έχει εφεξής απειλή που κατευθύνεται από τη δική μας πλευρά προς το ευρωπαϊκό ιερατείο και όχι απειλή αντίθετης φοράς, όπως μέχρι τώρα.
Και, παράλληλα, καθώς είναι αδιαμφισβήτητο ότι βρισκόμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση, να αξιοποιήσουμε επιτέλους το σύνολο των όπλων που διαθέτουμε: το επονείδιστο χρέος, τις απαιτήσεις από τις πολεμικές επανορθώσεις (ο Poutin απαιτεί 4 τρις. ευρώ από την Γερμανία), τους λόγους ακυρότητας των μνημονίων και ότι άλλο αποτελεσματικό διαθέτουμε.
Η ρήξη πρέπει να γίνει συντονισμένα και να υποστηρίζεται από σοβαρό πρόγραμμα μετάβασης στη δραχμή.
Η μικροσκοπική Ελλάδα με τα μόλις 10 εκατομμύρια του πληθυσμού της (που, ήδη, αυτός ο πληθυσμός ρημάζεται) θα πρέπει ενωμένη, ως μία γροθιά να αντιμετωπίσει τον εχθρό, και ας λέγεται ακόμη «Ευρώπη».
Δεν είναι, όμως, η δική μας Ευρώπη.
Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη

Σχόλια