Η ΔΕΘ έκρινε τις επόμενες εκλογές.

Η ΔΕΘ αυτή ήταν Βετερλώ για Σαμαρά και νίκη για Τσίπρα. Έκρινε οριστικά, τουλάχιστον την πρωτιά στις επόμενες εκλογές.
Η εικόνα της εμφάνισης ενός πολιτικά πανικόβλητου κ. Σαμαρά από το ένα μέρος, ο οποίος γνωρίζει ότι ασκεί αντιλαϊκή πολιτική και φαινόταν καθαρά ότι δεν είχε την έγκριση των δανειστών για να πει όσα θα ήθελε να πει και η ψύχραιμη εμφάνιση του κ. Τσίπρα από το άλλο, που εμφανίστηκε ως εκπροσωπών το κοινωνικά αυτονόητο, ήταν καταλυτική. Κυρίως, αυτό που είπε ο κ. Τσίπρας στη σημερινή συνέντευξη, ότι δηλαδή δεν θα συνομιλήσει με την κ. Μέρκελ και δεν θα γίνει ικέτης όπως ο κ. Σαμαράς, αλλά ότι θα μιλάει θεσμικά και ισότιμα μόνο μέσα στα επίσημα ευρωπαϊκά όργανα, προσπαθώντας μάλιστα να επιτυγχάνει συμμαχίες σε διάφορα θέματα, έδωσε αίσθημα εθνικής υπερηφάνειας και ήταν το τελικό κτύπημα σε μια παραπαίουσα συγκυβέρνηση.
Πέρα όμως από αυτό, είδαμε έναν πρωθυπουργό, που δεν βρήκε να αφιερώσει ούτε μια εξαγγελία για τη δημοκρατία, κάτι που δεν κόστιζε τίποτα, σε αντίθεση με τον κ. Τσίπρα που προανήγγειλε θεσμούς Άμεσης Δημοκρατίας, με τη συμμετοχή των πολιτών στην άσκηση της τοπικής και εθνικής εξουσίας, τόσο με τη λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία, όσο και με τα δημοψηφίσματα με λαϊκή πρωτοβουλία.
  • Η προπαγάνδα της κυβέρνησης σπεύδει τώρα πανικόβλητη και ασθμαίνουσα να κατηγορήσει τον κ. Τσίπρα και να κινδυνολογήσει και πάλι, αλλά αυτές οι τρομοκρατήσεις έχουν πλέον κουράσει το εκλογικό σώμα. Αν μέχρι τώρα ο λαός τιμωρούσε απλά τη μνημονιακή κυβέρνηση των δανειστών, τώρα έχει πλέον και μια ελπίδα για μια κυβέρνηση που θα κοιτάξει το λαό.
Ο κ. Τσίπρας λοιπόν είπε τα αυτονόητα. Και αυτά τα αυτονόητα είναι τα ελάχιστα που πρέπει να γίνουν. Απαιτούνται πολλά περισσότερα. Στην πραγματικότητα η χώρα δεν χρειάζεται μπαλώματα. Χρειάζεται ριζική εκ βάθρων ανατροπή του ισχύοντος πολιτικοοικονομικού συστήματος και της άρχουσας πολιτικοοικονομικής ελίτ.
  • Εμείς δεν βάζουμε το χέρι μας στη φωτιά ότι ο κ. Τσίπρας θα υλοποιήσει αυτά που υπόσχεται. Ούτε συμφωνούμε με τις κρατικιστικές αντιλήψεις του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα όμως είναι μαθηματικά βέβαιο. Η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, θα απελευθερώσει, ακόμα και αν δεν το θέλει ο ίδιος, ισχυρούς κοινωνικούς ανέμους σαρωτικών αλλαγών. Πηγή
==================
Βlogger: 
Ο Τσίπρας "ξέχασε" να απαντήσει σε κάτι: Θα υπάρξει έρευνα για να δούμε πως η χώρα οδηγήθηκε στη χρεοκοπία; Θα υπάρξει τιμωρία όσων παραβίασαν το Σύνταγμα - μην αυταπατάσθε έγινε πραξικόπημα - ή θα περάσει στο ντούκου αυτός ο βιασμός της χώρας;
  • Χωρίς την απαιτούμενη κάθαρση, χωρίς τον "Πολιτικό εξοστρακισμό όσων βούλιαξαν τη χώρα" δεν πρόκειται να ορθοποδήσει αυτή η χώρα. Φοβάμαι, δηλαδή είμαι σίγουρος, ότι ο Τσίπρας δεν είναι έτοιμος για ρήξεις, έρχεται να κάνει διαχείριση της φτώχιας. Αλλά η χώρα πρώτιστα χρειάζεται όραμα ανάπτυξης, όραμα εξόδου από την κρίση και όχι δημόσιο συσσίτια που θα εκτονώνουν την οργή του κόσμου. (βλέπε σχετικά εδώ)
  • Μεταγεννέστερη εγγραφή: "...Οι κάποτε Έλληνες βεβαίωναν ότι χωρίς «αιδώ και δίκην», αίσθηση ντροπής και απονομή δικαιοσύνης, δεν συγκροτείται «πόλις», πολιτεία, σώμα κοινωνίας σχέσεων." πηγή
==================

Οι οικονομικές προτάσεις που παρουσίασε ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούν να θεωρηθούν ως προγραμματικές από ένα κόμμα που διεκδικεί την εξουσία, δε συνιστούν όμως σε καμία περίπτωση οικονομικό πρόγραμμα. Μας δείχνουν περισσότερο πως σχεδιάζει να κινηθεί ο ΣΥΡΙΖΑ αν σχηματίσει κυβέρνηση και για τον λόγο αυτόν απαιτούν προσεκτική ανάλυση.

Οι προτάσεις έχουν δύο σκέλη.
Το πρώτο είναι η διαπραγμάτευση για το χρέος και έχει...
έξι στόχους:
ι) Διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους της ονομαστικής αξίας του χρέους
ιι) Ρήτρα ανάπτυξης για το υπόλοιπο μέρος του
ιιι) Περίοδος χάριτος για την εξυπηρέτηση του
ιν) Εξαίρεση των δημόσιων επενδύσεων απο το Σύμφωνο Σταθερότητας
ν) Ευρωπαϊκό Νιού Ντιλ επενδυσεων χρηματοδοτημένο από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων
νι) Ποσοτική Χαλάρωση από τη ΕΚΤ
Αν εξαιρέσουμε τους δύο τελευταίους στόχους, που είναι τελείως δυσανάλογοι προς την ελληνική διαπραγματευτική ισχύ, οι υπόλοιποι τέσσερις είναι καίριοι, θεμιτοί και, θα προσέθετα, μετριοπαθείς. Θα μπορούσε, φερ’ ειπείν, να ζητηθεί η εξαίρεση και άλλων κατηγοριών δαπανών από το Σύμφωνο Σταθερότητας. Η ανθρωπιστική κρίση στην Ελλάδα είναι πρωτοφανής για τη μεταπολεμική Ευρώπη, άρα δικαιολογεί πρωτοφανή μέτρα.
Καλά κάνει, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ και στοχεύει στη μείωση του χρέους, κάτι που δεν είναι καθόλου ακραίο, αφού ακόμη και το ΔΝΤ συμφωνεί ότι η Ελλάδα χρειάζεται διαγραφή μερους του χρέους της. Η διαπραγμάτευση αναγγέλεται «σκληρή», αλλά θα λάβει χώρα μέσα στα «ευρωπαϊκά» πλαίσια, επιδιώκοντας μια «ευρωπαϊκή» λύση. Το πρόβλημα είναι, βέβαια, το πως θα γίνει η «σκληρή» διαπραγμάτευση και ποια όπλα θα έχει μια ελληνική κυβέρνηση, πέραν του ενθουσιασμού των εκπροσώπων της. Δυστυχώς το κείμενο του ΣΥΡΙΖΑ δε μας λέει τίποτε επ’ αυτού, αναγνωρίζει όμως ότι μπορεί η λύση να καθυστερήσει λόγω των δυσκολιών της διαπραγμάτευσης.
Έτσι περνάμε στο δεύτερο σκέλος, το οποίο αφορά το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης που θα αντικαταστήσει αμέσως τα Μνημόνια, ανεξάρτητα από την έκβαση της διαπραγμάτευσης για το χρέος. Και πάλι πολύ σωστά ο ΣΥΡΙΖΑ επικεντρώνει την προσοχή του στην άμεση παρέμβαση στην οικονομία και την κοινωνία που έχουν φτάσει πλέον στα όρια της αντοχής τους.
Το Σχέδιο έχει τους εξής τέσσερις πυλώνες:
Ι) Αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης που προκάλεσαν τα Μνημόνια στη στέγαση, τη διατροφή, την υγεία, την παροχή ρεύματος και τις μετακινήσεις. Προβλεπόμενο κόστος: 1.892 εκ ευρώ.
ΙΙ) Επανεκκίνηση της οικονομίας μέσω:
      1) Φορολογικής ελάφρυνσης, με κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και επαναφορά του αφορολόγητου
      στα 12.000 ευρώ. Προβλεπόμενο κόστος: 3,5 δις ευρώ.
     2) «Σεισάχθειας», με ρύθμιση των «κόκκινων δανείων», την οποία θα αναλάβει ειδικός
      δημόσιος φορέας. Προβλεπόμενο κόστος: 2 δις ευρώ.
     3) Παροχής ρευστότητας, κυρίως με την ίδρυση Αναπτυξιακής Τράπεζας. Προβλεπόμενο
      κόστος: 1δις ευρώ.
     4) Επαναφοράς του βασικού μισθού στα 751 ευρώ. Προβλεπόμενο κόστος: 0.
      Το προβλεπόμενο κόστος του δεύτερου πυλώνα συνολικά, συνεπώς, φτάνει τα 6,5 δις ευρώ.
ΙΙΙ) Πρόγραμμα Δημόσιας Απασχόλησης, που θα δημιουργήσει 300000 θέσεις εργασίας περιορισμένης διάρκειας, με συνολικό κόστος 5 δις ευρώ για δύο χρόνια. Προβλεπόμενο κόστος για τον πρώτο χρόνο: 3 δις ευρώ.
IV) Μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος, με παρεμβάσεις στην τοπική αυτοδιοίκηση και στο κοινοβούλιο.
Άρα το προβλεπόμενο συνολικό κόστος για το Εθνικό Σχέδιο Ανασυγκρότησης θα φτάσει τα 11,5 δις ευρώ.
Το πρώτο και σημαντικό που έχει να παρατηρήσει κανείς είναι ότι δυστυχώς λείπουν οι αναλογιστικές μελέτες που θα τεκμηρίωναν το προβλεπόμενο κόστος. Πόσο έγκυρη, για παράδειγμα, είναι η εκτίμηση για τα 3,5 δις της φορολογικής ελάφρυνσης; Εξαίρεση αποτελεί το κόστος του Προγράμματος Δημόσιας Απασχόλησης το οποίο εμφανώς στηρίζεται σε πρόσφατη σχετική μελέτη του Ινστιτούτου Λέβι των ΗΠΑ. Χωρίς αναλογιστικές μελέτες, το μόνο που μπορεί να ειπωθεί είναι ότι, σε αντίθεση με τον ορυμαγδό ανοησίας που ακούστηκε ως απάντηση από το μνημονιακό στρατόπεδο της καταστροφής, το ποσό που ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ εκτιμά ότι θα κοστίσει το Σχέδιο – μεγάλο μέρος του οποίου θα πάει απευθείας στη συνολική ζήτηση – δεν είναι καθόλου υπερβολικό για μια οικονομία σε τόσο βαθειά καταστολή όσο η ελληνική.
Πηγαίνοντας ακόμη πιο πέρα όμως, στα δύο κομβικά θέματα της «σεισάχθειας» και της ρευστότητας το Σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ είναι μάλλον συντηρητικό και οι σχετικοί υπολογισμοί δε φαίνονται να στηρίζονται σε μελέτες. Δύο βασικά ερωτήματα:
- Τα «κόκκινα δάνεια» των ελληνικών τραπεζών, σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση της Τράπεζας της Ελλάδας, ήταν 77 δις, εκ των οποίων τα 35 δις ήταν χρέη των νοικοκυριών. Τι «σεισάχθεια» είναι αυτή, η οποία μόλις και φτάνει τα 2 δις και πως υπολογίστηκε;

- Ως προς τη ρευστότητα, ποιά μπορεί να είναι η ισχύς της Αναπτυξιακής Τράπεζας στην εγχώρια αγορά όταν το κεφάλαιό της θα είναι 1 δις ευρώ τη στιγμή που το κεφάλαιο, για παράδειγμα, της Εθνικής Τράπεζας είναι 8 δις, ή της Τράπεζας Πειραιώς 8,5 δις ευρώ; Πως ακριβώς θα αλλάξει τις συνθήκες στις πιστωτικές αγορές με αυτούς τους όρους η νέα τράπεζα;
Έστω και σχετικά μετριοπαθές, το Σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ θα χρειαστεί φυσικά χρηματοδότηση. Εδώ όμως τα πράγματα περιπλέκονται ακόμη περισσότερο και οι υπολογισμοί δεν είναι καθόλου πειστικοί. Η χρηματοδότηση υποτίθεται ότι θα προκύψει ως εξής:
ι) Από την εκκαθάριση των χρεών προς την εφορία, 3 δις
ιι) Από την πάταξη της φοροδιαφυγής και του λαθρεμπορίου, 3 δις
ιιι) Από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, 3 δις
ιν) Από το ΕΣΠΑ, 2,5 δις, και από τρέχοντα ευρωπαϊκά προγράμματα άλλα 0,5 δις
Τα 6 δις από το ι) και το ιι) θα καλύψουν το κόστος της ανθρωπιστικής παρέμβασης και της φορολογικής ελάφρυνσης. Τα 3 δις από το ΤΧΣ θα καλύψουν το κόστος της «σεισάχθειας» και της Τράπεζας Ανάπτυξης. Τα 3 δις των ευρωπαϊκών προγραμμάτων θα καλύψουν το κόστος του προγράμματος απασχόλησης.

Άρα τα προβλεπόμενα συνολικά έσοδα θα φτάσουν τα 12 δις ευρώ.
Δυστυχώς οι αναλογιστικές μελέτες που θα έδιναν αξιοπιστία στους αριθμούς δεν υπάρχουν ούτε για αυτό το σκέλος. Οι συντάκτες του Σχεδίου φρόντισαν βέβαια να υπερκαλύψουν το προβλεπόμενο κόστος για τον πρώτο χρόνο κατά 500 εκ, αλλά παρά τις φιλότιμες προσπάθειές τους, γεγονός παραμένει ότι αναμένουν να συλλέξουν 6δις από την πάταξη της φοροδιαφυγής και την τακτοποίηση χρεών προς το Δημόσιο. Δεν υπάρχει απολύτως καμία εγγύηση ότι ο στόχος θα επιτευχθεί. Κάθε άλλο μάλιστα, αν κρίνουμε από την τεράστια δυσκολία να συλλεχθούν τα χρέη προς το Δημόσιο το 2012 και το 2013, τα οποία συνεχώς αυξάνονται. Και αυτό χωρίς καν να μπούμε στο ζήτημα του κατά πόσο τα χρήματα του ΤΧΣ θα αποδειχθούν όντως προσβάσιμα και φυσικά στο κατά πόσο θα βρεθούν τα χρήματα του ΕΣΠΑ, όταν ήδη έχει κατατεθεί και εγκριθεί πλήθος προγραμμάτων που επιδιώκουν χρηματοδότηση από την ίδια πηγή.
Το πρόβλημα της χρηματοδότησης αντανακλά όμως το βαθύτερο ζήτημα της συνάρθρωσης του πρώτου και του δευτέρου σκέλους του Σχεδίου. Το ελληνικό χρέος δεν αντιπροσωπεύει απλώς ένα δυσβάστακτο βάρος ύψους περίπου 8 δις σε τόκους κατ’ έτος. Ακόμη περισσότερο, η εξυπηρέτησή του και η μείωσή του είναι ο ακρογωνιαίος λίθος μιας σειράς διακρατικών συμφωνιών που θέτουν ένα αυστηρότατο πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής. Η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να επιδιώξει πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ για το 2014, 3% για το 2015 και 4,5% για το 2016, ώστε να μπορεί να αποπληρώνει το χρέος της. Αυτό ακριβώς είναι το περιεχόμενο της λιτότητας και ο λόγος για τον οποίο συντρίφτηκαν οι δημόσιες δαπάνες κι εκτοξεύτηκε η φορολογία τα τελευταία χρόνια.
Ποιά ακριβώς θα είναι η θέση του ΣΥΡΙΖΑ ως προς αυτές τις υποχρεώσεις, καθώς θα διαπραγματεύεται «σκληρά» για το χρέος;
Οι προγραμματικές δηλώσεις δυστυχώς δεν μας διαφωτίζουν στο σημείο αυτό. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ προτίθεται να τις απορρίψει, τότε γιατί δεν το δηλώνει ανοιχτά; Ακόμη περισσότερο, αν τις απορρίψει, ως οφείλει μία κυβέρνηση της Αριστεράς να κάνει, τότε γιατί καταβλήθηκε αυτή η καθόλου πειστική προσπάθεια να εμφανιστεί το Σχέδιο Ανασυγκρότησης ως πλήρως κοστολογημένο, ώστε να φαίνεται ότι θα έχει μηδενική επιβάρυνση στον προϋπολογισμό; Τι είδους απόρριψη της λιτότητας είναι αυτή που ελπίζει να βρει τους πόρους για την απολύτως απαραίτητη απάλυνση της ανθρωπιστικής κρίσης και για την επανεκκίνηση της οικονομίας, από την πάταξη της φοροδιαφυγής και τη συλλογή χρεών προς το Δημόσιο (μέσα σε ένα χρόνο!); Γιατί δεν τολμάει ο ΣΥΡΙΖΑ να μιλήσει ανοιχτά για μεταφορά πόρων και γιατί συνεχίζει να υπόσχεται ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς;
Η απάντηση είναι απλή. Πρόκειται για μια απόρριψη της λιτότητας που προσπαθεί να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα. Από τη μια, να πετύχει «ευρωπαϊκή» λύση για το χρέος, χωρίς μονομερείς ενέργειες και από την άλλη να ελαφρύνει την τρομακτική φορολογική επιβάρυνση και την προϊούσα ανθρωπιστική κρίση. Επιδιώκει να δώσει την απαραίτητη ώθηση στην οικονομία, χωρίς όμως να σπάσει το πλαίσιο που έχει επιβάλλει η ΕΕ και η ΟΝΕ στην Ελλάδα. Δυστυχώς αυτό δεν γίνεται, εξ ου και οι ακροβασίες του Σχεδίου. Η πραγματικότητα είναι ότι, ουσιαστική άρση της λιτότητας, χωρίς μονομερείς ενέργειες στο χρέος και χωρίς σύγκρουση με τους Ευρωπαίους «εταίρους» μας, είναι αδύνατη. 
Αυτά για την ώρα για τις προγραμματικές δηλώσεις ΣΥΡΙΖΑ και θα επανέλθω σύντομα.
=============
του Θέμη Τζήμα

Ας ξεκινήσουμε από το πιο οφθαλμοφανές σημείο: στην άτυπη «μάχη» εντυπώσεων Σαμαρά και Τσίπρα στη φετινή ΔΕΘ, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ βγαίνει άνετα νικητής. Άλλωστε, ο πρωθυπουργός που ήρθε κι έφυγε σαν τον κλέφτη, περίπου μας είπε ότι ο «οδικός χάρτης» για την Ελλάδα του 2021 περνά από τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα και από τον τάφο στην Αμφίπολη. Το κλίμα διάλυσης στην κυβέρνηση είναι προφανές, ασχέτως του αν θα επιβιώσει της προεδρικής εκλογής χάρη στα γνωστά μέσα πειθαναγκασμού των βουλευτών.

Δεύτερον, αυτή καθαυτή η κριτική στις εξαγγελίες Τσίπρα περί του κόστους των εξαγγελιών του δε θα μπορούσε να ακούγεται από κανέναν άλλον πλην της εντελώς καθυστερημένης ελληνικής δεξιάς και των αξιοθρήνητων συμμάχων της - βλ. ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι που έβγαλε μια ανακοίνωση για να θυμηθούμε ότι υπάρχει. Παρεμπιπτόντως και εντελώς παρενθετικά η...
προηγούμενη ανακοίνωσή του τελευταίου ήταν όλως τυχαίως για να υπερασπιστεί την αμερικανική πολιτική στην Ανατολική Ουκρανία.

Οι εξαγγελίες Τσίπρα είναι κοστολογημένες. Θα μπορούσε μάλιστα κανείς να πει ότι γενικά μιλώντας το κόστος τους δεν είναι μεγάλο σε σχέση με την αναγκαιότητα που εξυπηρετούν.

Ωστόσο, οι εξαγγελίες αυτές - και τούτο είναι το τρίτο σημείο - δεν είναι πρόγραμμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ διά του προέδρου του ανακοίνωσε κοστολογημένο, μη - πρόγραμμα. Και εξηγούμαι: πρόγραμμα είναι κατ' αρχάς αυτά που εσύ μπορείς να κάνεις. Η ισχυρή εντολή για επιθετική διαπραγμάτευση πέραν της ασάφειας των όρων τύπου «επιθετική» δεν είναι πρόγραμμα αλλά διεκδίκηση. Έπειτα, τα προγράμματα αρθρώνονται σε στρατηγικό και τακτικό/μεταβατικό επίπεδο.

Η στρατηγική για παράδειγμα και εν προκειμένω αναφέρεται στο πώς συλλαμβάνει κανείς την Ελλάδα μετά την κρίση: Σοσιαλιστική; Κυρίαρχη; Καπιταλιστική; Νεοφιλελεύθερη και αποικιοκρατούμενη; Δανία του Νότου; Μια μικρομεσαία Γερμανία του νότου; Και πάει λέγοντας. Μπορεί κανείς να προτείνει όποιο στρατηγικό στόχο νομίζει και πρέπει να κριθεί επ' αυτού. Αλλά για να έχεις πρόγραμμα πρέπει να αναφέρεσαι με σαφήνεια στο πώς συλλαμβάνεις το μέλλον της χώρας σου και πώς θα το πετύχεις.

Στο τακτικό/ μεταβατικό επίπεδο, πρόγραμμα δε συνιστούν ορισμένες αποσπασματικού ή ανθρωπιστικού χαρακτήρα πολιτικές. Πρόγραμμα είναι να θέτεις και να απαντάς σε βασικά ερωτήματα: για παράδειγμα, ποιό είναι το εναλλακτικό σου σχέδιο για τη διαχείριση του δημοσίου χρέους αν η ευγένεια του κου Ντράγκι αποδειχτεί απλά αστική ευγένεια; Πώς θα λειτουργεί ο τραπεζικός τομέας; Σε ποιούς τομείς, σε τί ύψος και πώς θα γίνουν οι δημόσιες επενδύσεις; ποιό είναι το μοντέλο για τη δημόσια υγεία, παιδεία, ασφάλιση; Ποιά είναι τα βασικά κοινωνικά δικαιώματα και πώς θα τα θεμελιώσεις; Πώς θα αναδιατάξεις το θεσμικό εποικοδόμημα; Ποιές θα είναι οι διεθνείς συμμαχίες κλπ.

Τέταρτον, πέρα από τη σκληρή διαπραγμάτευση με την τρόικα, που για χάρη της κουβέντας ας δεχτούμε ότι θα είναι απόλυτα πετυχημένη, τί θα κάνει ακόμα και μια αυτοδύναμη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ως προς τον έλεγχο και την έγκριση που απαιτείται πλέον για τους προϋπολογισμούς όλων των κρατών - μελών της Ευρωζώνης από τις Βρυξέλλες, επί μονίμου βάσης και στο πλαίσιο του δημοσιονομικού συμφώνου σταθερότητας; Διότι το να ερμηνεύσουμε τους καλούς τρόπους των συνομιλητών του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ και ως αποδοχή των επιδιώξεών του για τη νέα ρύθμιση του δημοσίου χρέους και ως εξαίρεση της Ελλάδας από τους νέους κανόνες της Ευρωζώνης φαντάζει μάλλον αφελές. Όταν ερωτήθηκε για το ζήτημα ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ορθώς κατακεραύνωσε την κινδυνολογία των ΜΜΕ, ωστόσο ακόμα ορθότερο θα ήταν να απαντούσε επί της ουσίας.

Πέμπτον, όταν ρωτήθηκε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ για το μείζον ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων και μάλιστα πάνω σε ειδικές, εξαιρετικά προκλητικές περιπτώσεις - βλ. ΟΠΑΠ, νερό, ΔΕΗ - απέφυγε να γίνει απολύτως συγκεκριμένος. Προτίμησε να απαντήσει ότι η Βουλή θα ελέγξει ποιές είναι επωφελείς για το δημόσιο και ποιές όχι και θα ανατρέψει τις δεύτερες. Αναρωτιέμαι: ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ακόμα την απάντηση και περιμένει να τη μάθει μετά τις εκλογές;

Έκτον, ακόμα και όταν ρωτήθηκε σε σχέση με την πιθανότητα να καταλήξει η νυν κυβέρνηση σε συμφωνία για το χρέος, αν θα την υπέγραφε ή αν θα τη δεχόταν ο  ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας επίσης απάντησε με μια ορισμένη ασάφεια, ότι δηλαδή κατά τη γνώμη του είναι λάθος από πλευράς των συνομιλητών της χώρας να διαπραγματευθούν με μια απερχόμενη κυβέρνηση για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα. Σωστά αλλά αν τυχόν κάνουν αυτό το λάθος ποιά ακριβώς θα είναι η απάντηση του ΣΥΡΙΖΑ;

Εν κατακλείδι, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ήρθε στη ΔΕΘ με τη βεβαιότητα του νικητή των επερχομένων εκλογών αλλά και με την ασφάλεια που του παρέχει η χαμηλού επιπέδου πολεμική της κυβέρνησης και τμήματος της αριστεράς εναντίον του. Αξιοποίησε επιπλέον το διαρκώς χαμηλότερο πήχυ προσδοκιών του λαού μπροστά στην πρωτοφανή καταστροφή και στη βάση των παραπάνω υπονόησε ένα ρηχό, αποσπασματικό κεϋνσιανισμό. Κακή επιλογή για τους στόχους που διακηρύσσει ότι θέλει να υπηρετήσει. Θα τη βρει μπροστά του.

από το «tvxs.gr»
====================

Του Κ. Κυριακόπουλου 

Για σένα που επιμένεις να παραμυθιάζεσαι πως σ' αυτήν την ακριβοπληρωμένη παρέλαση των προθύμων, υπήρξε μια σύγκρουση διαφορετικών πολιτικών αντιλήψεων από πολιτικούς που νοιάζονται για το μέλλον του τόπου τους, η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική, και σύντομα θα βρεθείς αντιμέτωπος με πολύ δυσάρεστες εκπλήξεις.

Το σκηνικό της αντιπαράθεσης που στήθηκε στη ΔΕΘ, και παραδόθηκε στα ΜΜΕ για περαιτέρω διαχειριστική «φροντίδα», είναι χάρτινο και κατευθυνόμενα αποπροσανατολιστικό. 

Επιχειρούν να σε πείσουν ότι η νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που τσάκισε τη ζωή και την πατρίδα σου, συγκρούστηκε με μια προοδευτική των πραγμάτων αντίληψη, που θα ανακόψει την πορεία προς την καταστροφή και θα βάλει τον τόπο σε μια άλλη πορεία. 
  • Πρόκειται για ψέμα, κατευθυνόμενο, καραμπινάτο, επικοινωνιακά ελεγχόμενο και στρατηγικά χορογραφημένο, μέσα από το οποίο επιχειρείται να φυλακιστεί η ελπίδα σου με δόλωμα διαχειριστικές υποσχέσεις, που θα εκτονώσουν τη λαϊκή οργή, προετοιμάζοντας το έδαφος για το τελειωτικό χτύπημα των συμμοριών, και με απώτερο στόχο τον καθολικό αφανισμό της χώρας.
  • Η βιομηχανία της επικοινωνίας, επιχειρεί να περιχαρακώσει την προσοχή σου σ αυτά που ειπώθηκαν, γιατί το κλειδί των εξελίξεων βρίσκεται σε τρία πράγματα που δεν ειπώθηκαν ούτε από τον  προσκυνημένο Σαμαρά, ούτε από τον απόλυτα χειραγωγούμενο Τσίπρα στη φιέστα της ντροπής. Και αυτά ακριβώς οφείλουμε να αναδείξουμε. 
Το πρώτο πράγμα το οποίο δεν ειπώθηκε, είναι η ανάγκη να πάψει η ατιμωρησία και το ακαταδίωκτο αυτών που έφεραν τον τόπο σ αυτή την κατάσταση, και η ανάγκη να πληρώσουν βαρύτατο τίμημα για την εγκληματική διαχείριση που άσκησαν στις υποθέσεις του τόπου. 

Ο Σαμαράς, δια της σιωπής επιβεβαίωσε πως εγκατέλειψε οριστικά τη «μια και μόνη εξεταστική», αφού προηγουμένως φρόντισε να εξασφαλίσει πολιτική και ηθική ασυλία στον εθνικό ολετήρα και να συγκαλύψει προκλητικά τον  επικίνδυνο πολιτικό του συνεταίρο και πρωτεργάτη του προδοτικού PSI, της σκανδαλώδους τραγωδίας των ναυπηγείων, τον προκλητικό βιαστή του εθνικού Συντάγματος, και διατηρεί στη θέση του τον εθνικά επικίνδυνο για την εξωτερική πολιτική της χώρας, αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης και υπουργό εξωτερικών. 

Ο Τσίπρας, όχι μόνο δεν διεύρυνε το εύρος των εθνικά υπόλογων για εγκλήματα κατά της χώρας σε ολόκληρο το φάσμα του πολιτικού προσωπικού της μεταπολίτευσης, αλλά ουσιαστικά συνηγόρησε στο δρόμο που χάραξε ο Σαμαράς, συνυπογράφοντας την ατιμωρησία των ολετήρων του μνημονίου. 

Και για τους δυο, το «ό γέγονε… γέγονε» τηρήθηκε ευλαβικά. Και για τους δυο το «σημείο μηδέν» δεν ξεκινά από τις ευθύνες των διαχειριστών που διέπραξαν εθνικά εγκλήματα, αλλά από το αποτέλεσμα του εγκλήματος αποδεχόμενοι ως δεδομένο πως το ολέθριο τίμημα οφείλει να το πληρώσει η κοινωνία και η πατρίδα. 

Το δεύτερο πράγμα το οποίο δεν ειπώθηκε, είναι πως το εμφανιζόμενο ως δημόσιο χρέος, δεν είναι καθόλου δημόσιο, αλλά αποτελεί προϊόν συμμοριακής συναλλαγής διεφθαρμένων και εθνικά ανεύθυνων και εγκληματικών πολιτικών ανδρεικέλων, με τις συμμορίες του χρήματος σε ολόκληρο τον πλανήτη.

Η λογική της «διαπραγμάτευσης» σημαίνει αποδοχή του εγκλήματος. Και βεβαίως προδιαθέτει για νέες «διαπραγματευτικές» παραχωρήσεις,  με βαρύτατο εθνικό και κοινωνικό τίμημα. 

Και οι δυο λοιπόν συγκαλύπτουν σκόπιμα την αλήθεια, και ο λόγος είναι γιατί η εντολή που έχουν είναι να τροφοδοτήσουν τη φάκα με τυρί για να τσιμπήσει το πόπολο, προκειμένου να εξυπηρετηθεί αποτελεσματικότερα το εφιαλτικό σχέδιο σε βάρος της χώρας.

Και η αλήθεια που αποκρύπτουν, είναι πως:

Αυτό χρέος δεν είναι δημόσιο, γιατί από τις συναλλαγές της βρωμιάς που το διαμόρφωσαν, οι πολίτες αυτής της χώρας δεν καρπώθηκαν ωφελήματα, και επομένως δεν επιβαρύνονται και με καμία θεμιτή υποχρέωση αποπληρωμής του.
Αυτό το χρέος είναι προϊόν λαμογιάς και συναλλαγών αθλιότητας του πολιτικού προσωπικού με τους υποτιθέμενους δανειστές, οι οποίοι αυτή τη στιγμή θα πρέπει να πεταχτούν έξω και δια παντός από τη χώρα.
Αυτό το χρέος αποτυπώθηκε λογιστικά προκειμένου να χρησιμοποιηθεί ως εργαλείο απροκάλυπτης κατοχής, και να νομιμοποιήσει ως βολικό άλλοθι την παρουσία τους αλλά και πολιτικές πλιάτσικου σε βάρος της χώρας.
Αυτό το χρέος ανακυκλώνεται με θύματα τους υπερχρεωμένους πολίτες απέναντι στο ίδιο το κράτος, που μπαίνουν στην κρεατομηχανή της κατοχής, σε ένα φαύλο κύκλο οργίων που βγάζουν στο σφυρί την ίδια τη χώρα.
Επομένως, αυτό το χρέος δε το διαπραγματεύεσαι γιατί κάθε διαπραγμάτευση συνιστά εθνική ήττα. Αυτό το χρέος δε το διαπραγματεύεσαι, γιατί κάθε διαπραγμάτευση οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερο κατέβασμα στα παντελόνια των ταπεινωμένων και των πρόθυμων, ενώ κάθε υποτιθέμενο «κέρδος» από τη διαπραγμάτευση, θα σημαίνει αποκλειστικά και μόνο, όχι μόνο ανεξέλεγκτη κατοχική υποταγή και καθολική θεσμική αποδόμηση, αλλά θα σημαίνει επίσης και νέο πλιάτσικο στον εθνικό πλούτο και στην εναπομείνασα εθνική και προσωπική περιουσία των πολιτών.

Οι ολέθριες συνέπειες του προδοτικού PSI αλλά και όλα όσα έγιναν στην Κύπρο με τον εκεί ελληνόφωνο εθνικό ολετήρα, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για αυταπάτες σε κανέναν αφελή. 

Το τρίτο πράγμα για το οποίο δε μίλησαν, είναι η γεωπολιτική φωτιά που έχει ξεσπάσει στην Ευρασία, που αργοφουντώνει στα Βαλκάνια, και που εισβάλει απειλητικά στην ίδια μας τη χώρα, από την προκλητική και θρασύτατη τουρκική αλητεία. 

Κανείς από τους δυο δε μίλησε, για το Αιγαίο, για τη Θράκη, για τη Κύπρο, για τα επικίνδυνα σχέδια που επιβάλλουν άρον – άρον κλείσιμο με τρόπο ταπεινωτικό για την Ελλάδα των κρίσιμων εθνικών μας θεμάτων. 

Κανείς απ τους δυο δε μίλησε για την ανάγκη επανακαθορισμού του γεωστρατηγικού προσανατολισμού της χώρας. Και φυσικά κανείς δεν τόλμησε να ανακοινώσει (ο μεν) ή να απαιτήσει (ο δε) την άμεση αποκαθήλωση του επικίνδυνου εξουσιοπαράφρονα από το τιμόνι της εξωτερικής πολιτικής της χώρας. 

Τι λέτε λοιπόν; 

Γίναμε μάρτυρες μιας αντιπαράθεσης «σωτήρων» που θα ανακόψουν την πορεία της χώρας προς την καταστροφή; 
Ή μήπως παρακολουθούμε άφωνοι έναν ανταγωνισμό ολετήρων, για το ποιος θα βάλει τη σφραγίδα του στη ληξιαρχική πράξη θανάτου της χώρας; 

Πηγή «Ελληνικό Φόρουμ»

Σχόλια