Η χρεοκοπία του Ντιτρόιτ «δείχνει» το αύριο της ελληνικής τραγωδίας

Μέσα σε τρία χρόνια, με τα μνημόνια και τις δανειακές συμβάσεις, θυμηθήκαμε με οδυνηρό, είναι αλήθεια, τρόπο κάτι που δεν θα έπρεπε να έχουμε αντιμετωπίσει ως μια υποσημείωση κάποιων σχολικών ή πανεπιστημιακών μας μαθημάτων: Η Ιστορία της Ελλάδας είναι η Ιστορία των χρεοκοπιών της. Κάτι που επίσης δεν θα πρέπει να ξεχνάμε, είναι ότι το κόστος της χρεοκοπίας, είτε αυτή αφορά το κράτος είτε τις επιχειρήσεις είτε τις τράπεζες, καταβάλλεται, τελικά, από την κοινωνία και ειδικότερα από το πιο φτωχό της κομμάτι.
Πληρώνοντας ήδη πανάκριβα το μάρμαρο της χρεοκοπίας, δανειζόμενοι με το ζόρι για να ξεπληρώσουμε παλαιότερα δάνεια και παρ’ όλα αυτά το χρέος να μεγαλώνει, ίσως θα πρέπει να προετοιμαστούμε καλύτερα γι’ αυτό που μας περιμένει, διδασκόμενοι από την τρέχουσα εμπειρία της μητρόπολης του καπιταλισμού: τις ΗΠΑ. Εκεί που είναι θεσμός τα κέρδη να πηγαίνουν στο 0,5% της κοινωνίας και οι ζημιές να επιμερίζονται σε όλους. Και ειδικά σ’ αυτούς που δεν έχουν τίποτε.
Ας δούμε λοιπόν τι μπορεί να μας ξημερώσει μέσα από την ιστορία της χρεοκοπίας του Ντιτρόιτ – πρωτεύουσας της αμερικανικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Ας δούμε τι μπορεί να συμβεί σε κάποιους από τους καταχρεωμένους δήμους – και τους κατοίκους τους.
Όνειρο και εφιάλτης
Με σημείο αναφοράς την Ελλάδα, εξελίσσεται το δράμα της χρεοκοπίας του Ντιτρόιτ, με τη «Washington Post» να κάνει λόγο για «ελληνική τραγωδία σε καθεστώς θεσμοθετημένης σαπίλας και κοινωνικής κατάρρευσης για χάρη συγκεκριμένων ομάδων συμφερόντων» και τον νομπελίστα οικονομολόγο Πολ Κρούγκμαν να διαφωνεί, αναφέροντας πως «η Ελλάδα ήταν πολύ ειδική περίπτωση» και ότι «η καταστροφή του Ντιτρόιτ δεν οφείλεται μόνο στην κακοδιοίκηση, αφού η πόλη ουσιαστικά υπήρξε ένα ακόμα αθώο θύμα των δυνάμεων της αγοράς».
Το Ντιτρόιτ, «άντρο» της αυτοκινητοβιομηχανίας και πηγή έμπνευσης επί δεκαετίες για το αμερικάνικο όνειρο, έχει… σκουριάσει και μετατραπεί σε πόλη – ζόμπι, με στοιχεία που σοκάρουν:
•  Ο δήμος χρωστάει σε 100.000 δανειστές το συνολικό ποσό των 20 δισ. δολαρίων.
•  Στα τέλη του ’50 είχε το υψηλότερο κατά κεφαλήν εισόδημα στις ΗΠΑ, με σχεδόν 300.000 θέσεις εργασίας στις κατασκευές. Σήμερα έχουν μειωθεί στις 27.000.
• Στο διάστημα 2000-2010 υπήρξε απώλεια θέσεων εργασίας κατά 48% στην πολιτεία του Μίσιγκαν.
•  Περισσότερα από 75.000 είναι τα εγκαταλελειμμένα σπίτια στο Ντιτρόιτ, με το αντίτιμο πώλησης ακόμα και στα 500 δολάρια.
•  Οι μισοί πολίτες είναι αναλφάβητοι, το 60% των παιδιών ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, η εγκληματικότητα είναι πενταπλάσια από τον εθνικό μ.ό., ενώ ο πληθυσμός για την κάποτε 4η μεγαλύτερη πόλη μειώθηκε από 1,8 εκατ. κατοίκους σε 700.000.
Η αίτηση πτώχευσης στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο των ΗΠΑ, για να ξεκινήσει μία περίοδος προστασίας από τους δανειστές στην πόλη που ανέδειξε General Motors, Ford και Chrysler, προκάλεσε κύμα προσφυγών δημοτικών υπαλλήλων, συνταξιούχων, εργατών και ασφαλιστικών ταμείων, που προσπαθούν να αποτρέψουν την υπαγωγή στο «Άρθρο 9» του πτωχευτικού κώδικα.
Οι προτεινόμενες λύσεις, άλλωστε, που έχουν πέσει στο τραπέζι έχουν αρκετό… ελληνικό άρωμα: Προτάσεις για περικοπή κοινωνικών δαπανών, «κούρεμα» συνταξιοδοτικών προγραμμάτων, απολύσεις, αλλά και εκποίηση των «ασημικών», που στην προκειμένη είναι τα πολιτιστικά κειμήλια από τα μουσεία τέχνης!
Υπάρχουν, όμως, και οι αισιόδοξοι που ευελπιστούν ότι, όπως στάθηκε στα πόδια της η GM, έτσι θα γίνει και με το Ντιτρόιτ. Οι ειδικοί, πάντως, προειδοποιούν ότι «διαφέρουν οι πτωχεύσεις εταιρειών απ’ αυτές των πόλεων ή των κρατών, με τους πολίτες να υποβάλλονται σε πολυετείς θυσίες».
Πακέτο διάσωσης
Η κρίση που ξέσπασε τον Σεπτέμβριο του 2008, με την κατάρρευση της Lehman Brothers, έφερε αρχικά στο προσκήνιο τα μεγάλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όταν ακόμα πρόεδρος ήταν ο Τζορτζ Μπους, με το πρώτο τεράστιο «πακέτο» διάσωσης για τις τράπεζες, κι αμέσως μετά τις ετοιμόρροπες αυτοκινητοβιομηχανίες.
Στις 15.12.2008 ο δημοσιογράφος Τhomas L. Friedman αναρωτιόταν στους «New York Times»: «Ο Μπαράκ Ομπάμα πρέπει να λάβει αποφάσεις – μαμούθ μετά την ορκωμοσία του. Η πρώτη απόφαση που θα κληθεί να λάβει είναι αν θα σώσει το Ντιτρόιτ. Ποια είναι η ουσία στο Ντιτρόιτ; Πως για υπερβολικά πολύ καιρό κατασκεύαζε υπερβολικά πολλά αυτοκίνητα που υπερβολικά πολλοί άνθρωποι δεν ήθελαν να αγοράσουν. Εάν είναι έτοιμοι να φέρουν μερικούς οραματιστές και να αναδιαρθρωθούν πλήρως, τότε λέω βοηθήστε τους. Ειδάλλως, πρέπει να αφήσουμε τη φύση να πάρει τον δρόμο της».
Ο Μπαράκ Ομπάμα, όμως, είχε ήδη αποφασίσει από τον Νοέμβριο του 2008, όταν, πριν ακόμα αναλάβει επίσημα τα καθήκοντά του, δήλωνε πως «πρέπει να σωθεί το Ντιτρόιτ». Την ίδια εποχή, o Μιτ Ρόμνεϊ, υποψήφιος των ρεπουμπλικανών με καταγωγή από το Ντιτρόιτ, έλεγε στους «New York Times»: «Ας αφήσουμε τον δήμο να χρεοκοπήσει. Με μια αναδιάρθρωση του χρέους και βοηθώντας την αυτοκινητοβιομηχανία να ξαναβρεί την ανταγωνιστικότητά της, η πόλη θα μπορούσε να κάνει νέο ξεκίνημα».
Το Ιανουάριο του 2009 το δημοφιλές Motor Show στο Ντιτρόιτ έμοιαζε με νεκροταφείο, την ίδια στιγμή που χαροπάλευαν η General Motors, η Chrysler και η Ford, δηλαδή η οικονομική «ατμομηχανή» όλης της περιοχής.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 2013, οι αμερικανικές αυτοκινητοβιομηχανίες, ύστερα από πλήρη ανασχεδιασμό για τη μείωση του κόστους (μαζικές απολύσεις, κλείσιμο εγκαταστάσεων διεθνώς κ.λπ.), κατέγραφαν κέρδη, με τις τιμές των μετοχών τους να ανεβαίνουν συνεχώς. Η περσινή χρονιά θεωρήθηκε η καλύτερη από τότε που ξεκίνησε η παγκόσμια οικονομική κρίση.
Οι οικονομικές ενέσεις συνολικού ύψους 85 δισ. σε αυτοκινητοβιομηχανίες από την κυβέρνηση Ομπάμα (η πρώτη δόση διάσωσης τον Ιανουάριο του 2009 σε Chrysler, GM ήταν ύψους 17,4 δισ. δολαρίων και ακολούθησαν κι άλλες για τις δυο από τις τρεις εταιρείες) έπιασαν τόπο.
Έτσι, ο Αμερικανός πρόεδρος δήλωσε τον Αύγουστο του 2010, κατά την επίσκεψή του στο εργοστάσιο της Chrysler στο Ντιτρόιτ: «Το γεγονός ότι είμαστε σε αυτό το υπέροχο εργοστάσιο σήμερα είναι μια απόδειξη για τις αποφάσεις που πήραμε». Και πράγματι, οι αυτοκινητοβιομηχανίες του Ντιτρόιτ σώθηκαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο.
Στις 13.10.2012 και με την αγωνία για την πόλη να κορυφώνεται, ο Ομπάμα έκανε προεκλογικές εξαγγελίες εν όψει της κάλπης στις 6 Νοεμβρίου: «Αρνηθήκαμε να αφήσουμε το Ντιτρόιτ να χρεοκοπήσει. Στοιχημάτισα στους Αμερικανούς εργάτες και, τρία χρόνια αργότερα, αυτό το στοίχημα αποδείχθηκε σωστό». Ούτε έναν χρόνο μετά, το αποτέλεσμα τον διαψεύδει.
Ακριβά σωσίβια
Η επιλογή του κρατικού δανεισμού – σωσίβιου για να βγούνε από τη δύσκολη θέση οι αυτοκινητοβιομηχανίες, όπως νωρίτερα και το τραπεζικό σύστημα, απέδωσαν καρπούς. Δεν επιλέχθηκε, όμως, η ίδια λύση για τη σωτηρία του Ντιτρόιτ. Με λίγα λόγια, το σκληρό παγκοσμιοποιημένο δόγμα μοιάζει να είναι «τα κράτη και οι δήμοι ας πτωχεύουν, όμως όχι και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις».
Το 2002 και το 2010 κλείσανε δυο από τα εργοστάσια της Chrysler στο Ντιτρόιτ, λουκέτο βάλανε πάνω από 15 μονάδες της GM σε όλο το Μίσιγκαν από το 1987 και ύστερα (αρκετές εκ των οποίων τα τελευταία χρόνια), ενώ μικρότερες είναι οι απώλειες στην περιοχή για τη Ford.
Μετά την κρίση, στην καρδιά της αυτοκινητοβιομηχανίας, οι κάτοικοι του Ντιτρόιτ έφτασαν να κοιμούνται στα αυτοκίνητα και να βάζουν φωτιά στα σπίτια τους, προκειμένου να πάρουν την ασφάλεια και να αποπληρώσουν τα δάνεια. Τον Δεκέμβριο του 2012, ήρθε ένα ακόμα χτύπημα. Η Βουλή του Μίσιγκαν, στην οποία υπερισχύουν οι ρεπουμπλικανοί, ενέκρινε νόμους που ουσιαστικά περιορίζουν τα δικαιώματα των εργαζομένων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Ωστόσο, σαν τραγική ειρωνεία στην «κατεδαφισμένη» πόλη ακούγεται η ανακοίνωση στις 20.7.2013 ότι «δεν κινδυνεύει η έκθεση αυτοκινήτου του Ντιτρόιτ και θα είναι εντυπωσιακή τον προσεχή Ιανουάριο».
Τι κι αν έσκασε το μεγαλύτερο κανόνι στην αμερικανική Ιστορία; Τι κι αν η σταδιακή παρακμή μεταπολεμικά δεν μπόρεσε να αποτραπεί; Τι κι αν στο Ντιτρόιτ τα κάθε είδους εργοστάσια έκλειναν κι έφευγαν από την πόλη το ένα μετά το άλλο; Τι κι αν «τα δημοσιονομικά προβλήματα είχαν αγνοηθεί για πολύ καιρό», όπως είπε ο κυβερνήτης του Μίσιγκαν Ρικ Σνάιντερ; Τι κι αν αφέθηκε να πτωχεύσει;
Η ουσία είναι μια… Όπως τραγούδαγε και το θρυλικό συγκρότημα της δεκαετίας του ’60, MC5 (ή Motor City Five), με αφετηρία του γκρουπ το Μίσιγκαν φυσικά, «Motor City Is Burning»…

Σχόλια