Η οικονομία πρέπει να οικοδομηθεί πάλι από την αρχή

Η ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ της κρίσης ημέρα με την ημέραείναι η μια πλευρά της υπόθεσης. Επιχειρηματίες και ειδικοί προσπαθούν ταυτόχρονα να φανταστούν τι επιφυλάσσει η έξοδος από την κρίση και πώς πρέπει να προετοιμαστούν. Η γαλλική εφημερίδα «Le Μonde» διοργάνωσε μάλισταστο εμπορικό επιμελητήριο του Παρισιούένα συμπόσιο με τίτλο «Σενάρια για έξοδο από την κρίση». Περισσότεροι από 500 καθηγητές και επιχειρηματίες συμμετείχαν προσπαθώντας να συγκρίνουν εμπειρίες και αναλύσεις τους. Οι θεματικές αφορούσαν τον ρόλο του χρηματοπιστωτικού συστήματος στην οικονομία, τους νέους μοχλούς της ανάπτυξης, τη φερεγγυότητα της επιχείρησης και του επιχειρηματία στην
κοινωνία, ακόμη και τις διαδικασίες μόρφωσης των επιχειρηματιών και των στελεχών.
Ενα τμήμα αυτών των αναλύσεων και συζητήσεων δημοσιεύεται στον ιστοχώρο www.friedland.ccip.fr. Το σύνολο των τοποθετήσεωνπάντωςδείχνει ότι η κρίση αποτελεί ταυτόχρονα ανοιχτή ιστορία. Η έξοδος από αυτήν δεν είναι προκαθορισμένη κυρίως σε ό,τι αφορά το χρόνο που αυτή θα συμβεί. Επιπλέον, προϊόντος του χρόνου καθίσταται προφανές ότι απαιτούνται να γίνουν ριζικές αναθεωρήσεις σε ό,τι αφορά τις γενικές αρχές και τη μέθοδο εξόδου από την κρίση. Γεγονός που σημαίνει ότι οι ονειροπόλοι του χθες,όλοι αυτοί που γνώρισαν την χλεύη της «μοναδικής σκέψης» (της νεοφιλελεύθερης οικονομικής ορθοδοξίας δηλαδή) βγαίνουν ξαφνικά και αναγκαστικά στο προσκήνιο.

Είναι πλέον καιρός να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε για την εποχή μετά την κρίση. Οχι ότι έχουν τελειώσει τα κακά μαντάτα, πολύ ακόμη απέχουμε από αυτό, αλλά οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι το χειρότερο σημείο της χρηματοπιστωτικής κρίσης έχει ξεπεραστεί και η ύφεση θα πρέπει να φτάσει στο χειρότερο σημείο της το φθινόπωρο. Πρέπει επομένως ήδη από τώρα να ετοιμαστούμε για το μέλλον. Ο κόσμος τού αύριο θα φέρει για καιρό ακόμη τα σημάδια της ιστορικής αυτής κρίσης και των επιπτώσεών της: βαθιά αποσταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών, με διάρκεια μάλιστα, έντονη αναθεώρηση της θέσης της αγοράς και του κράτους στην παγκοσμιοποίηση, επιβράδυνση της μελλοντικής παγκόσμιας ανάπτυξης εξαιτίας της μείωσης της χρέωσης των ιδιωτών στις αναπτυγμένες χώρες. Αλλά ο κόσμος τού αύριο δεν θα είναι τελείως διαφορετικός από τον κόσμο τού χθες.

Η γεωγραφία της ανάπτυξης θα συνεχίσει να αλλάζει σε βάθος και μάλιστα ακόμη πιο γρήγορα απ΄ ό,τι προηγουμένως. Αντιμέτωπες με τα προβλήματα των δημοσίων ελλειμμάτων και της μείωσης χρηματοδότησης των ιδιωτών, οι εκβιομηχανισμένες χώρες αναμένεται να αναπτύσσονται με πολύ πιο αργούς ρυθμούς απ΄ ό,τι προηγουμένως, ενώ οι αναδυόμενες χώρες με όλο και πιο αυτόκεντρη ανάπτυξη θα γίνουν οι κινητήριες δυνάμεις της παγκόσμιας οικονομίας. Περισσότερο από ποτέ το μέλλον των επιχειρήσεών μας θα εξαρτηθεί από την ικανότητά τους να βρουν προσβάσεις σε αυτές τις αγορές.

Αλλη διαπίστωση: η κυκλικότητα θα παραμείνει ουσιαστική διάσταση των οικονομιών μας. Παρ΄ ότι η χρηματοπιστωτική κρίση όξυνε πολύ την ύφεση, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ρυθμός της παγκόσμιας ανάπτυξης είχε φτάσει να είναι αστήρικτος και ότι η επιβράδυνσή του προηγήθηκε της κρίσης των subprimes. Η εξαιρετική περίοδος ανάπτυξης στα μέσα αυτής της δεκαετίας, η οποία όμως συνοδεύτηκε και από μια επώδυνη έκρηξη των τιμών της ενέργειας και των πρώτων υλών, απαιτούσε διόρθωση.

Οι ατέλειες της δημόσιας ρύθμισης, ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, και οι υπερβολές ορισμένων από τους παράγοντες της χρηματοπιστωτικής σφαίρας τις οποίες επέτρεψε, αλλά και οι εμπορικές ανισορροπίες Κίνας- Αμερικής συνέβαλαν στο να μετατρέψουν την προσαρμογή αυτή σε βίαιη υποχώρηση, σε κρίση χρέωσης και σε αμφισβήτηση της αποτελεσματικότητας της ρύθμισης. Προφανώς θα χρειαστεί να εξαχθούν συμπεράσματα και να εφαρμοστούν οι αποφάσεις του G20, αλλά και στο μέλλον δεν θα αποφύγουμε την εναλλαγή αυξητικών τάσεων και πτωτικών διορθώσεων. Αυτές ενυπάρχουν στο σύστημα που ζούμε, το οποίο παραμένει ανταγωνιστικό, ενώ η παγκοσμιοποίηση ενισχύει περαιτέρω την έκταση των κυκλικών επιπτώσεων: σε εμάς εναπόκειται να συνδυάσουμε κοινωνικές απορροφήσεις (κοινωνική προστασία) και οικονομική ευελιξία, δηλαδή τη δυνατότητα οι επιχειρήσεις να προσαρμόζουν τις παραγωγικές τους ικανότητες και να τις επεκτείνουν ανάλογα με τις κινήσεις της συγκυρίας.

Τελευταία σταθερά: ο κόσμος τού αύριο θα κυριαρχείται από την ανάγκη ανακαίνισης, όπως και παλαιότερα. Τεχνολογική ανακαίνιση για να καταστήσει την ανάπτυξή μας πιο μόνιμη, αλλά και ανακαίνιση των διαδικασιών και των τύπων διαχείρισης των οργανώσεων, μεταξύ των οποίων κατ΄ εξοχήν οι επιχειρήσεις. Σε αυτόν τον αγώνα δρόμου προς επιχειρηματική τελειότητα τα business schools θα παίξουν ουσιαστικό ρόλο για την προετοιμασία των ελίτ απέναντι στις προκλήσεις του αύριο, τόσο μεταδίδοντας γνώση όσο και μεταδίδοντας αξίεςτο βασικό δίδαγμα της κρίσης.

Προφανώς η πρώτη προτεραιότητα είναι να επανέλθει το χρηματοπιστωτικό σύστημα στην υπηρεσία της οικονομίας, αλλά δεν αρκεί να βελτιωθεί απλώς το σύστημα εποπτείας και η αποτελεσματικότητά του. Θα πρέπει να δοθεί ξανά στον χρόνο η αξία που του αφαιρέθηκε. Η δημιουργία βραχυπρόθεσμης αξίας μόνο με χρηματοπιστωτική μηχανική μέσω μόχλευσης όλο και πιο βαθιάς τελικά μας κόστισε πολύ ακριβά. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι η δημιουργία αξίας από την επιχείρηση για τα μέλη της (μετόχους, πελάτες, μισθωτούς κ.ά.) ακολουθεί μια κλίμακα χρόνου που δεν υπολογίζεται από ορισμένους παράγοντες των χρηματοπιστωτικών αγορών. Και πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ορισμένοι επιχειρηματίες δεν μπόρεσαν πάντα να αντισταθούν στην απαίτηση για βραχυπρόθεσμα κέρδη. Στο σημερινό κλίμα είναι εύκολο να φτιάξουμε απαισιόδοξα σενάρια εξόδου από την κρίση. Ο πεσιμισμός «πουλάει» τώρα και αυτοί που προέβλεπαν την τελική καταστροφή μπορούν ακόμη να διατυμπανίζουν την οξυδέρκειά τους. Ωστόσο, όπως ακριβώς ένα χαλασμένο ρολόι δείχνει τη σωστή ώρα δύο φορές την ημέρα, έτσι και οι Κασσάνδρες δεν αποτελούν αναγκαστικά τους καλύτερους οδηγούς. Ο κόσμος του αύριο θα εξαρτηθεί από τα διδάγματα που θα βγάλουμε από τα λάθη του χθες. Διότι υπάρχει μέλλον και μετά την παρούσα κρίση.

Ο κόσμος τού αύριο απαιτεί μεταρρυθμίσεις
Πέρα από την πολεμική σε ό,τι αφορά τις στρατηγικές και μεθόδους εξόδου από την ύφεση, η ίδια η κρίση έχει προκαλέσει και μεγάλο αναβρασμό στον κόσμο των ιδεών. Πρόκειται βεβαίως για τομείς αλληλένδετους, αφού κάθε πολιτική εφαρμογή για την υπέρβαση της κρίσης εδράζεται σε συγκεκριμένες ιδεολογικές σταθερές. Πλήθος συνδιασκέψεων, βιβλίων, ειδικών εκδόσεων εφημερίδων και περιοδικών εντύπων επιχειρούν να κωδικοποιήσουν και να αναλύσουν τις σταθερές αυτές. Και βεβαίως επιχειρούν να διαγνώσουν τα κακά που μας πλήττουν και να εκτιμήσουν τις προτάσεις που αναδύονται. Ο κόσμος, ο οποίος έμοιαζε παγωμένος στον κορσέ της «μοναδικής σκέψης», ανακαλύπτει και άλλες επιλογές: προοπτικές που ήταν παλαιότερα αδιανόητες, όπως π.χ. αυτών που κατέκριναν την ίδια την ανάπτυξη, βρίσκουν μια θέση στα μέσα μαζικής επικοινωνίας. Το ταμπού των κρατικοποιήσεων μοιάζει να έχει διαλυθεί και ο θυμός που προκάλεσε η αύξηση των αμοιβών της οικονομικής ελίτ εμπνέει επιτέλους αποφάσεις μετριοπάθειας. Με λίγα λόγια, ό,τι έμοιαζε αδύνατον πριν γίνεται ενδεχόμενο τώρα.

Ολα δείχνουν ότι βρισκόμαστε μπροστά στην αποκατάσταση ενός μεταρρυθμιστικού κύματος του ίδιου του καπιταλισμού. Ορισμένες ενδείξεις είχαν ήδη υπάρξει από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, ιδιαίτερα με την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης που συνδέεται κατά ένα τμήμα με την αναγνώριση των οικολογικών ορίων και κατά ένα άλλο τμήμα με τις πρώτες επιτυχίες του αντιπαγκοσμιοποιητικού κινήματος και του συνθήματός του: «Ενας άλλος κόσμος είναι εφικτός». Η κρίση επιταχύνει και ενισχύει τον σχηματισμό αυτού του κύματος μεταρρυθμίσεων, όπως έγινε τη δεκαετία του ΄30 καθώς και τη δεκαετία του ΄70, που οδήγησαν σε σημαντικούς μετασχηματισμούς. Ας ελπίσουμε ότι η κίνηση που ξεκίνησε θα συνεχίσει να επεκτείνεται.

Είναι προφανές ότι δεν υπάρχει έτοιμη λύση για την κρίση. Μόνο η μακρόχρονη δουλειά που θα διαπερνούσε όλο το κοινωνικό σώμα, μέσα από δοκιμές και λάθη, αλλά και με τόλμη, θέτοντας σε αμφισβήτηση τα ίδια τα θεμέλια του συστήματος, για παράδειγμα τις μορφές ιδιοκτησίας, τη σχέση εργασίας και ζωής ή τον τύπο αξίας που δημιουργείται, μόνο αυτή είναι σε θέση να δημιουργήσει τους μετασχηματισμούς που η οικολογική, κοινωνική και οικονομική κρίση απαιτούν.

Για να μπορέσει η κρίση να οδηγήσει σε βαθιά αλλαγή το μεταρρυθμιστικό κύμα θα πρέπει να συνεχίσει να δυναμώνει, να συζητεί, να αμφισβητεί χωρίς ταμπού και να διαδίδει εμπειρίες που δοκιμάζονται εδώ και εκεί, να ενθαρρύνει τους μεταρρυθμιστές και όσους τολμούν να πετάνε τις παραδοσιακές συνταγές. Η εκτύλιξη της φαντασίας, η επανιδιοποίηση των δυνατοτήτων δράσης είναι απαραίτητα για να τροφοδοτηθεί ο μετασχηματισμός. Οι περίοδοι μεταρρύθμισης συνοδεύονται από έντονη συλλογική δουλειά για να οικοδομηθούν νέες ρυθμίσεις, αλλά και τύποι παραγωγής, κατανάλωσης και ανανεωμένης διαχείρισης. Σε αυτά εμπλέκονται το πολιτικό και διοικητικό προσωπικό, τα συνδικάτα, οι εργοδότες, οι λέσχες σκέψης, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις, οι σύμβουλοι... Οι περισσότεροι αναζητούν «τρίτους δρόμους», σύμφωνα με την έκφραση της δεκαετίας του 1930, καθώς δεν επιθυμούν ούτε τη συνέχιση όπως πριν του σημερινού συστήματος, αλλά ούτε και την έξοδο από τον καπιταλισμό. Και στην πράξη οι πιο ριζοσπαστικές λύσεις σπανίως υιοθετούνται... Αλλά χωρίς αυτές και χωρίς την αμφισβήτηση των προηγούμενων πρακτικών που ευνοούν δεν υπάρχουν μεγάλα περιθώρια ελιγμών. Η αναζήτηση λύσεων στηρίζεται έτσι σε διάφορες κριτικές κινήσεις, ορισμένες πολύ ριζοσπαστικές, που απεικονίζουν τις ατέλειες του οικονομικού συστήματος και απονομιμοποιούν τις κυρίαρχες ιδέες. Οι πολιτικοί και οικονομικοί ηγέτες ανησυχούν για την αναπαραγωγή των μοντέλων τους. Και γίνονται συναντήσεις που προηγουμένως θα ήταν πολύ απίθανες ανάμεσα σε αμφισβητίες και ισχυρούς, με τον καπιταλισμό να συζητεί με τους ίδιους τους επικριτές του. Σε αυτό ενυπάρχει ένα πραγματικό εργαστήριο ιδεών όπου γίνεται η επεξεργασία νέων σχεδίων, που δεν απορρίπτονται προτού ακόμη διατυπωθούν. Ο κόσμος τού αύριο εφευρίσκεται.

Αυτή είναι η προτεραιότητα σήμερα: να τροφοδοτηθεί αυτός ο αναβρασμός για να μπορέσει να οικοδομηθεί ένας πιο υπεύθυνος κόσμος κοινωνικά και οικολογικά, χωρίς να αρκεστούμε σε μπαλώματα βιαστικών λύσεων που απλώς κρύβουν τα συμπτώματα και απαλύνουν τον πυρετό, την ώρα που πολύ έντονες αντιφάσεις διαπερνούν το οικονομικό μας σύστημα και συνεχίζουν να το αποσταθεροποιούν.

Ο κ. Πιερ Σιμόν είναι πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου του Παρισιού.

Η κυρία Εβ Σιαπελό είναι κοινωνιολόγος, καθηγήτρια της Ανωτάτης
Εμπορικής Σχολής του Παρισιού.

Σχόλια