H ιδιοκτησία δεν ήταν μόνο κλοπή, αλλά και φυλακή

Αλμπέρ Κοσσερύ: γι΄ αυτόν η ιδιοκτησία δεν ήταν μόνο κλοπή, αλλά και φυλακή

Ήταν ένας κοσμοπολίτης διανοούμενος, ένας συγγραφέας που σκεπτόταν στα αραβικά και έγραφε στα γαλλικά, ένας άνθρωπος που αδιαφορούσε παντελώς για την εξουσία και την ιδιοκτησία. Την περασμένη Κυριακή εγκατέλειψε για πάντα το αγαπημένο του ξενοδοχείο. Ήταν 95 ετών.

Μια μέρα, συνάντησε στον δρόμο μια παλιά του ερωμένηκαι είχε πολλές. «Σαράντα χρόνια έχω να σε δω», της είπε. «Πώς τα πέρασες;». «Από πού να αρχίσω και πού να τελειώσω. Τρία παιδιά, δύο διαζύγια, τέσσερις μετακομίσεις. Εσύ;». «Α, τίποτα το ιδιαίτερο», απάντησε εκείνος. «Εξακολουθώ να κάνω σιέστα, στο ίδιο κρεβάτι όπου είχα ξαπλώσει όταν με άφησες». Πράγματι. Από το 1945, που έφτασε στη Γαλλία από την Αίγυπτο, μέχρι την περασμένη Κυριακή, ο Αλμπέρ Κοσσερύ έμενε στο μικροσκοπικό δωμάτιο 77 του ξενοδοχείου La Louisiane, στην καρδιά του Σαιν-Ζερμαίν-ντε-Πρε. Δεν τον ενδιέφερε να μείνει σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου. Δεν τον ενδιέφερε να έχει τίποτα στην ιδιοκτησία του- μόνο τα ρούχα του, τίποτα άλλο.

Οι φίλοι του έχουν φύγει εδώ και καιρό. Ο Χένρυ Μίλερ, που τον έκανε γνωστό εκδίδοντας στην Αμερική το πρώτο του βιβλίο, μια συλλογή διηγημάτων με τον τίτλο «Ξεχασμένοι από τον Θεό». Ο Καμύ, ο Κενώ, ο Ζενέ, ο Μπορίς Βιάν, ο Τζιακομέτι, ο Μαστρογιάννι, ο Λώρενς Ντάρελ. Από εκείνη την εποχή, μόνο η Ζυλιέτ Γκρεκό είναι ακόμη ζωντανή. Κι από το Σαιν-Ζερμαίνντε-Πρε εκείνης της εποχής, δεν είχε μείνει παρά ο Κοσσερύ. Ένας πρίγκιπας, όπως γράφει στον επικήδειό της η Λιμπερασιόν. Κάθε μέρα έβγαινε για φαγητό. Κοστούμι, χαρούμενη γραβάτα, λουστραρισμένα παπούτσια, χτενισμένος, παρφουμαρισμένος, άψογος. Έτρωγε στο Lipp ή στο εστιατόριο του Εmporium Αrmani, κι ύστερα πήγαινε στο Flore για να πιει καφέ και να κοιτάξει τις γυναίκες. Τον κοίταζαν κι αυτές, δεν είχε παράπονο. Τις Κυριακές, για να μη βλέπει τους τουρίστες, κατέφευγε σ΄ ένα παραδοσιακό καφέ, το Chais de l΄Αbbaye. Πριν από δέκα χρόνια έχασε τη φωνή του ύστερα από μια εγχείρηση στον λάρυγγα. Αλλά δεν έχασε το χιούμορ του. «Η ζωή είναι ωραία», σφύριζε. Κι όταν δεν καταλάβαιναν αυτά που έλεγε, έπαιρνε ένα στιλό και τα έγραφε.

Ο Αλμπέρ Κοσσερύ ήταν ένας τεμπέλης, δεν υπάρχει αμφιβολία. Αλλά ένας φιλόσοφος τεμπέλης. Αποφάσισε νωρίς ότι η ιδιοκτησία δεν ισοδυναμεί απλώς με κλοπή, αλλά κυρίως με φυλακή, με τη δουλεία εκείνου που κατέχει. Κι έτσι έζησε χάρις στη γενναιοδωρία των φίλων του και τα συγγραφικά δικαιώματα από τα βιβλία του.

Έγραψε μόλις οκτώ μέσα σε εξήντα πέντε χρόνια (με πιο γνωστό το «Ζητιάνοι και Περήφανοι»), αλλά κάθε φράση ήταν δουλεμένη χίλιες φορές. Όταν τον ρώτησαν κάποτε γιατί γράφει, απάντησε: «Με την ελπίδα ότι κάποιος που θα με διαβάσει δεν θα πάει την άλλη μέρα στη δουλειά». Όσοι τον γνώριζαν είχαν πιστέψει ότι δεν θα πέθαινε ποτέ. Τους κορόιδεψε κι αυτούς

Σχόλια