Ευλογία και κατάρα η οικονομική κρίση




Ευλογία και κατάρα μαζί είναι η οικονομική κρίση
για την Αριστερά στην Ευρώπη. Ευλογία γιατί προσφέρεται για την αναγέννησή της. Κατάρα γιατί παρουσιάζει κινδύνους για τη διάσπασή της. Αυτό εκτιμά στη συνέντευξή του στα «ΝΕΑ» ο εμπνευστής του «τρίτου δρόμου» και καθηγητής στο London School of Εconomics Άντονι Γκίντενς, ο οποίος σημειώνει πως η επιστροφή στον κρατικό προστατευτισμό στις σημερινές συνθήκες θα ήταν «τεράστιο λάθος».

«Δεν μπορούμε να γυρίσουμε στον κεϊνσιανισμό. Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο τι έγραψε θεωρητικά ο Κέινς και στο πώς εφαρμόστηκαν τα όσα είπε στη μεταπολεμική περίοδο. Ό,τι κι αν γίνει, δεν μπορούμε να επιστρέψουμε σε ένα τέτοιο δόγμα, το οποίο ήταν εφαρμόσιμο όταν οι οικονομικές αγορές ήταν λιγότερο ολοκληρωμένες. Χρειάζεται πολλή σκέψη, πολλή καινοτομία και πολύς ρεβιζιονισμός (αναθεώρηση). Μας λείπει η δημιουργικότητα. Το να κοιτάμε πίσω είναι μόνο επικίνδυνο». Ο Άντονι Γκίντενς, ο πιο διάσημος Βρετανός κοινωνικός επιστήμονας μετά τον Τζον Μέιναρντ Κέινς, ο άνθρωπος που συνδέθηκε με την επάνοδο των Βρετανών Εργατικών στη εξουσία είναι κατηγορηματικός.

Για τον Γκίντενς, ο Κέινς πρέπει να λειτουργήσει ως πηγή έμπνευσης για τα όρια της ορθολογικότητας των αγορών. Όπως σημειώνει, «είναι καλό να τον θυμόμαστε για να αντλούμε έμπνευση, αλλά πρέπει να κοιτάξουμε μπροστά». Ο μεγάλος κίνδυνος με τα μέτρα που λαμβάνουν οι κυβερνήσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη για να αντιμετωπίσουν την οικονομική κρίση είναι η επιστροφή στο κράτος: «Αυτό θα είναι τεράστιο λάθος. Το κράτος δεν πρόκειται να αποδειχθεί καλύτερο απ΄ ό,τι σε προηγούμενες γενιές.

Ο άλλος κίνδυνος είναι η ίδια η φύση του ρίσκου των αγορών», λέει.
Ποια είναι η λύση;

«Πρέπει να αλλάξουμε τη δομή και των κυβερνήσεων και των αγορών και να προσπαθήσουμε να μειώσουμε το στοιχείο του συστημικού ρίσκου. Αυτό πρέπει να το περιορίσουμε και απαιτεί όχι μόνο ρόλο των κυβερνήσεων, αλλά ρυθμίσεις σε διεθνές επίπεδο. Το κράτος από μόνο του δεν μπορεί να προσφέρει ένα ελάχιστο επίπεδο εγγυήσεων. Πρέπει να βάλουμε στο παιχνίδι και τις επιχειρήσεις».

Κοινωνική αλληλεγγύη.
Αποτελεί η παρούσα κρίση ευκαιρία για τη σοσιαλδημοκρατία σε ολόκληρη την Ευρώπη; «Κατ΄ αρχάς είναι πιθανή μια αναγέννηση της Αριστεράς. Ο κοινός νους έχει μετακινηθεί από την αντίληψη που θέλει τις αρρύθμιστες ελεύθερες αγορές να είναι το μέσο διαχείρισης των οικονομικών θεσμών, κι αυτό μας πάει πίσω στο κλασικό έδαφος της Αριστεράς με την έννοια των ρυθμίσεων. Επιπλέον, υπάρχει η ανησυχία για την κοινωνική αλληλεγγύη και πώς θα καταφέρουμε να κρατήσουμε τις κοινωνίες μας ενωμένες, δεδομένων των πιέσεων που δέχονται τώρα», απαντά.

Από την άλλη, συμπληρώνει, υπάρχουν δύο μεγάλα ζητήματα που θα καθορίσουν «κατά πόσο θα μπορέσει η Αριστερά να δημιουργήσει μια νέα σύνθεση». Χρειαζόμαστε αναθεώρηση, αλλά δεν είναι αισιόδοξος ότι η Αριστερά θα καταφέρει να ανοίξει μια τέτοια συζήτηση. «Δεν το βλέπω να συμβαίνει, κυρίως λόγω της τάσης υποχώρησης σε παλαιότερες θέσεις. Πολύ λίγοι θα είναι οι άνθρωποι που θα δουλέψουν για κάτι τέτοιο και πρέπει να το κάνουν, γιατί δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στην άνεση του παρελθόντος».

Εκτιμά μάλιστα ότι οι κραδασμοί που προκαλεί η οικονομική κρίση ενέχουν τον κίνδυνο διάσπασης της Αριστεράς. Κι αυτό διότι, όπως αναφέρει, «δεδομένου ότι οι αγορές αποδεικνύονται προβληματικές, πολλοί στην Αριστερά μιλούν εναντίον του καπιταλισμού και αναδύονται νέες ομάδες εναντίον του. Ήδη στη Γαλλία και στη Γερμανία υπάρχει διχασμός στην Αριστερά. Με αυτές τις διαιρέσεις νομίζω ότι εκλογικά η Αριστερά θα έχει πρόβλημα και θα διχαστεί. Βέβαια, η εκλογή Ομπάμα θα μπορούσε να δημιουργήσει ένα θετικό κλίμα στην Ευρώπη, όπως έγινε και με την περίπτωση του Κλίντον. Αλλά αυτό εξαρτάται από τον Ομπάμα και το τι θα μπορέσει να κάνει. Αυτό ίσως να επηρέαζε την Αριστερά. Και πάλι λέω ότι δεν μπορούμε να επιστρέψουμε στους τρόπους σκέψης του παρελθόντος».

Η ελεύθερη αγορά. O «τρίτος δρόμος» ως συνδυασμός των πλεονεκτημάτων του κοινωνικού κράτους και της ελεύθερης αγοράς γίνεται ξανά επίκαιρος; «Πρέπει συνεχώς να ανανεώνουμε τις πολιτικές. Η Αριστερά και η Δεξιά πράγματι έχουν έρθει κοντά, αλλά ακόμη υπάρχουν διαφορές ανάμεσά τους. Δεν μπορούν όλα να μοιραστούν σε Αριστερά και Δεξιά, αλλά δεν είναι και όλα ίδια», απαντά. Όσο για την κρίση, εκτιμά ότι θα συνεχιστεί τουλάχιστον για έναν ακόμη χρόνο, αλλά «τις χειρότερες συνέπειές της δεν τις έχουμε δει ακόμα». «Πρέπει να είμαστε έτοιμοι για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες. Όπως έγινε και το 1989, δεν μπορούμε να ζήσουμε συντηρώντας το παλαιό σύστημα. Πρέπει να δημιουργήσουμε κάτι καινούργιο. Από το πόσο θα το καταφέρουμε θα εξαρτηθεί και το είδος της ανάκαμψης που θα έχουμε. Ίσως να πάρει και 20 χρόνια. Πρέπει να αρχίσουμε να ξανασκεφτόμαστε τι είδους κοινωνία θέλουμε. Θα χρειαστούμε μια νέα οικονομία, νέες ενεργειακές δυνατότητες, νέους τρόπους ζωής. Μιλάω για ουτοπικό ρεαλισμό. Δεν χρειαζόμαστε άδειες ουτοπίες, ούτε τον αρνητισμό της άκρας Αριστεράς. Πρέπει να δείξουμε τι αντιπροσωπεύουμε και τι είδους κοινωνία θέλουμε να πετύχουμε».
Στο τελευταίο του βιβλίο, «Μετά τον Τρίτο Δρόμο» (εκδ. Πόλις), ο Γκίντενς υποστηρίζει ότι οι πολιτικές των Εργατικών πρέπει να αναδιαμορφωθούν ριζικά, δεδομένου ότι, όπως σημειώνει, η νίκη για τέταρτη συνεχόμενη φορά - παρά την ανανέωση της ηγεσίας με την ανάδειξη του Γκόρντον Μπράουν στη θέση του Τόνι Μπλερ- θα είναι αδύνατη αν η ιδεολογική τους θέση δεν ανανεωθεί πλήρως. Θεωρεί ότι ο Γκόρντον Μπράουν αντέδρασε σωστά στην οικονομική κρίση. Όπως λέει, «αυτός ήταν και ο λόγος που ανέκαμψε στις δημοσκοπήσεις, καθώς, σε περιόδους κρίσης οι πολίτες στρέφονται στην κυβέρνηση και όχι στην αντιπολίτευση. Το πρόβλημα είναι ότι τα πράγματα θα γίνουν χειρότερα και ο κόσμος θα αντιδράσει σε αυτό. Οι άνθρωποι έχουν αρχίσει να σκέφτονται ότι θέλουν εναλλακτική πολιτική». Η Ε.Ε., κατά τον Γκίντενς, άργησε να αντιδράσει στην οικονομική κρίση, όπως και οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες, οι οποίες «πίστευαν ότι δεν θα επηρεάζονταν».

Την κριτική Σαρκοζί στα μέτρα Μπράουν δεν την θεωρεί επίθεση από τα δεξιά, αλλά μάλλον «κίνηση εντυπωσιασμού με στόχο το εσωτερικό ακροατήριο του Γάλλου προέδρου». Ωστόσο, δεν είναι αισιόδοξος για νίκη των Εργατικών στις επόμενες εκλογές. Όχι επειδή οι Συντηρητικοί έχουν κάτι σπουδαίο να παρουσιάσουν, αλλά επειδή οι ψηφοφόροι θέλουν αλλαγή. «Ο Ντέβιντ Κάμερον δεν έχει εντυπωσιάσει την κοινή γνώμη με σαφείς πολιτικές, ούτε διαθέτει τέτοιες. Οι Τόρις δεν έχουν καν πολιτική για την οικονομική κρίση. Αλλά οι άνθρωποι φαίνεται να πηγαίνουν προς τα εκεί, όχι λόγω της ιδεολογίας ή γιατί τους προσφέρουν μια εναλλακτική, αλλά επειδή χρειάζονται αλλαγή. Κατόπιν, πιστεύω ότι οι Εργατικοί, κατά την επαναλαμβανόμενη τάση της Αριστεράς, θα αρχίσουν τις έριδες και θα επιδιώξουν να αναζητήσουν μια νέα ηγετική προσωπικότητα».

Σχόλια